Advertisement

Κέκος Μαχαιριώτης – Ένας Κυθήριος στο θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» το 1912 κατά τη ναυμαχία της Έλλης

Γράφει η Ελένη Χάρου - Κορωναίου

1.090

Εις το οικογενειακό αρχείο του αείμνηστου Θεόδωρου Π. Αρώνη από τη Χώρα εφυλάσσετο μια επιστολή, πολυτιμότατο ντοκου­μέντο, για τη συμμετοχή των Κυθηρίων στους Βαλκανικούς πολέμους.

Την επιστολή αυτή είχε την πρόνοια και την ευαισθησία να αντιγράψει η αδελφή του, συνταξιούχος εκπαι­δευτικός, κ. Μαρίκα Αρώνη, η οποία μου την απέστειλε ευγενώς και για τούτο την ευχαριστώ θερμά, μαζί με όλους εκείνους που αγωνίζονται παντοιοτρόπως να διασώσουν την Ιστορία. Η επιστολή εγράφη από τον αείμνηστο καπετάν Κέκο Μαχαιριώτη, της γνωστής οικογένειας, ο οποίος υπηρέτησε στους Βαλκανι­κούς πολέμους και ευρέθη πάνω στο θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ».  Η επι­στολή, παραλήπτης της οποίας ήταν κατά πάσαν πιθανότητα ο αρχαιολό­γος Βαλέριος Στάης, θείος του Μαχαιριώτη, αναφέρεται στη θρυλική ναυμαχία της Έλλης, η οποία εξασφάλισε στην Ελλάδα τη θαλάσσια κυριαρχία κατά την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων.

Advertisement

Ο καπετάν Κέκος (Φραγκίσκος) Μαχαιριώτης εγεννήθη στη Χώρα το 1884, γιος του Νικολάου Μαχαιριώτη και της Κορίνας Στάη, θυγατέρας του ιατρού Νικολάου Στάη και αδελ­φής του αρχαιολόγου Βαλερίου Στάη. Ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα και υπηρέτησε επί σειράν ε­τών στην ακτοπλοΐα, στο «Μυρτιδιώτισσα» του Μπιλίνη, στον «Πολικό» του Καβουνίδη,» και στο «Αγγέλικα» στη γραμμή Πειραιά-Ιταλία του Τυπάλδου. Ήταν γενναίος ναυτικός, λεβέντης και καλλιεργημένος άνθρωπος. Έμεινε ιστορικό το ναυτικό παράγγελμα, «πόντισον!» που έδινε σε άψογη καθαρεύουσα κατά την ώ­ρα που έπεφτε η άγκυρα. Παρασημοφορήθηκε όταν πέρασε τον Καβο- Μαλιά με 10 μποφώρ για να διασώ­σει Κυθήριο ασθενή. Πέθανε εν πλω κατά τη δεκαετία του ’60.

Το αρχοντικό εξοχής της οικογένειας Μαχαιριώτη στο Λειβάδι, το οποίο εδώ και πολλά χρόνια έχει μεταβιβασθεί σε άλλον ιδιοκτήτη

Στην επιστολή του ο καπετάν Κέ­κος αφηγείται παραστατικότατα και με μεγάλη ακρίβεια τα γεγονότα και θεωρεί πολύ τυχερό τον εαυτό του, που έζησε τόσο μεγάλες στιγμές. Ο «Αβέρωφ» επικεφαλής του στόλου, εν καιρώ χειμώνος, στις άγριες θάλασσες του Β. Αιγαίου περιπολεί στα Δαρδανέλια και περιμένει την έ­ξοδο του Τουρκικού στόλου από τα Στενό. Ο θρυλικός Ναύαρχος Παύ­λος Κουντουριώτης με πίστη για τη νίκη κοινοποίησε το περίφημο ιστο­ρικό σήμα «Με την δύναμιν του Θε­ού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του δικαίου πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης εναντίον του ε­χθρού του Γένους» Στις 3 Δεκεμβρί­ου ο Τουρκικός στόλος βγήκε από τα Στενά και στις 9.20 το πρωί η Τουρ­κική ναυαρχίδα «Χαΐρεντίν Βαρβαρόσσας» άνοιξε πυρ. Ο «Αβέρωφ» απήντησε και η μάχη εγενικεύθη. Οι έξυπνοι χειρισμοί του Κουντουριώτη, η ταχύτητα, ο αιφνιδιασμός, η απαράμιλλη γενναιότητα, η ριψοκίν­δυνη πρωτοβουλία και η τόλμη του προκάλεσαν πλήρη σύγχυση στον Τουρκικό στόλο, ο οποίος ετράπη σε άτακτη φυγή. Ο άτρωτος «Αβέρωφ» ο οποίος στην πραγματικότητα μονομάχησε, πλησίασε τόσο πολύ τον εχθρικό στόλο και κατάφερε τέτοια πλήγματα στα Τουρκικό θωρηκτό, ώ­στε τα έθεσε εκτός μόχης.

Σε λαϊκή λιθογραφία της εποχής των Βαλκανικών πολέμων με τη μορ­φή του Ναυάρχου Κουντουριώτη υπάρχουν οι εξής στίχοι:

Μιαούλη, δεν απέθανες, δεν χάθηκες Κανάρη,

Και συ μ’ αυτούς δεν έφυγες, Θεέ του Ολύμπου Άρη.

Οι κεραυνοί του στόλου μας, του Αιγαίου μας το κύμα,

Και της αρμάδας το υγρό και μα­τωμένο μνήμα,

Όλα μαζί βροντοφωνούν πως ξαναζήτε πάλι

Στου Κουντουριώτη την ψυχή την τουρκοπνίχτρα αγκάλη.

Επί του Θωρηκτού Αβέρωφ τη 7η Δεκεμβρίου 1912

Αγαπητέ θείε

Σας γράφω ολίγα περί της Ναυ­μαχίας, διότι ίσως είμαι ο μόνος εκ της Χώρας, όπου παρηκολούθησα αυτήν. Εκ της επιστολής μου ταύτης θα έχετε ακριβή ιδέαν περί της Ναυ­μαχίας, εκ της οποίας δόξα τω Θεώ είμεθα νικηταί.

Την 2αν Δεκεμβρίου είχον διαδόσει ότι θα εξήρχετο ο Τουρκικός στό­λος και επλεύσαμεν προς τον Ελλή­σποντον ίνα συναντηθώμεν μετ’ αυτού και ναυμαχήσωμεν, αλλά παρήλθεν όλη η ημέρα εκείνη αναμένοντες αυτόν, αλλ’ έμεινεν εισέτι α­γκυροβολημένος εις τα Δαρδανέλια. Την νύκτα όλην της 2ας προς την 3ην Δεκεμβρίου περιεπλέομεν μετα­ξύ Τενέδου και Ίμβρου, όπου την επομένην ημέραν Δευτέραν 3ην Δε­κεμβρίου εφάνη ο εχθρός εξερχόμενος του Ελλησπόντου περί την 8.30 της πρωίας. Τα πλοία τα εχθρικό ήσαν 5 ων τα ονόματα γνωρίζετε από τας εφημερίδας. Ταύτα μόλις εξήλθον των Στενών, ήρχισαν να πλέουν κατά παραγωγήν με διεύθυνσιν Β.Δ. των Στενών και εις απόστασιν πολύ μικράν των φρουρίων, όπως προστατεύωνται υπ’ αυτών. Ιδόντες ημείς ταύτα επροχωρήσαμεν πλέοντες παραλλήλως αυτών και μόλις εφθάσαμεν εις 12.000 μέτρων απόστασιν α­πό αυτό, ήρχισεν το πυρ η Τουρκική Ναυαρχίς, η οποία έπλεε επί κεφα­λής, όπου εμείς απαντήσαμεν μετά παρέλευσιν πέντε λεπτών, διότι η απόστασις ήτο μεγάλη και αι οβίδες μας δεν θα έφερον το ποθούμενον α­ποτέλεσμα. Παρελθόντων των λε­πτών τούτων, όπου ευρισκόμεθα εις απόστασιν 10.000 μέτρων, αρχίσαμεν το πυρ και τα 4 θωρηκτό ομού.

Τότε το θέαμα ήτο μεγαλοπρε­πές. Δεν εβλέπαμεν τίποτε άλλο ειμή ένα διαρκή καπνό, μια διαρκή φλόγα, ένα σύννεφο από θάλασσα να μας σκεπάζη, διότι αι εχθρικαί οβίδες πί­πτοντας εις την θάλασσαν την εσήκωναν εις μέγιστον ύψος. Πλοία και φρούρια εχθρικό μας εβομβάρδιζαν, δεν ήτο ναυμαχία αυτή, ήτο μία μονο­μαχία του Αβέρωφ με δέκα (δυσ λέ­ξη) διότι τα φρούρια ισοδυναμούν με 5 ή 8 (δυσ λέξη) Όλο δε το πυρ του ε­χθρού είχε στραφή καθ’ ημών, διότι ο μόνος σκοπός των ήτο να καταστρέ­ψουν τον Αβέρωφ τα δε άλλα θωρη­κτό μας δεν τα ελάμβανον υπ’ όψιν. Όταν επλησιάσαμεν εις απόστασιν 4.000 μέτρων τον εχθρόν, εστρέψαμεν πρώραν πλέοντες Ν.Α., διότι και τα Τουρκικό θωρηκτό έστρεψαν. Τό­τε απεχωρίσθημεν των λοιπών θωρηκτών μας και με ταχύτητα 19 μιλίων ετέθημεν εις καταδίωξιν του εχθρού. Επλησιάσαμεν αυτόν εις απόστασιν 2.800 μέτρων αναγκάσαντες να υποχωρήση, να στραφή προς τον Ελλή­σποντον και να εξαφανισθή.

Η απόστασίς μας ως γράφω ανω­τέρω από των εχθρικών πλοίων ήτο 2.800μέτρα, από δε των φρουρίων 6000 μέτρα.Τα φρούρια έβαλλον διά ταχέος πυρός καθ’ ημών ως και τα πλοία και ουχί μόνον διά του βαρέος πυροβολικού, αλλά και διά ταχυβό­λων. Τι φοβερόν ήτο το θέαμα! Αι ο­βίδες μας έπιπτον επάνω εις τα τουρκικό και δεν εβλέπαμεν τίποτε άλλο παρά ένα καπνό και μια φλόγα να ανάπτη. Όταν επλησιάσαμεν και αρχίσαμεν το πυρ ταχύ δεν ήτο πλέ­ον δυνατόν να προχωρήση ο εχθρός από το πυρ το ιδικόν μας και ηναγκάσθη ατάκτως να υποχωρήση. Κατά πρώτον έσπασε την γραμμήν το δεύ­τερον πλοίον (Τουργούτ Ρεΐζ) και υπεχώρησε, διότι ως φαίνεται αυτό πρώτον είχε πάθει τις πρώτες βλά­βες. Εγώ ήμουν εις τον πρωραίον πύργον του «Αβέρωφ» όπου είναι τα δύο εκ των τεσσάρων πυροβόλων του πλοίου των 23 εκ. και εκανόνιζα την απόστασιν του εχθρού. Διαρκώς ήκουον τας οβίδας, αι οποίαι εσύριζον απ’ επάνω μας. Από καιρού εις καιρόν έβγαζα το κεφάλι μου από την θυρίδα του πυροβόλου να βλέπω τι γίνεται έξω, αλλά τι θέαμα ήτο ε- κείνο! Έβλεπα την λάμψιν των τουρ­κικών πυροβόλων και έλεγα «να την έρχεται επάνω μας!» αλλά ο Θεός μας βοήθησε. Τουλάχιστον 1000 οβί­δες έπεσαν καθ’ ημών, αλλά δόξα τω Θεώ καμμίαν βλάβην δεν είχομεν ει­μή εις τα άνω μέρη του πλοίου ολίγας τρύπας ασημάντους όλως διό­λου, τας οποίας εδιορθώσαμεν. Θύ­ματα είχομεν μόνον ένα νεκρόν και 7 ελαφρώς τραυματισμένους.

Δεν δύνασθε να φαντασθήτε την ψυχραιμίαν του Ναυάρχου μας, των αξιωματικών και του πληρώματος εν γένει. Επυροβολούσαμε με ζητωκραυγάς. Εις κάθε σφαίρα, όπου ερ- ρίπταμεν και εβλέπαμεν ότι έπιπτεν επάνω εις τα τουρκικό, αρχίζαμε τας ζητωκραυγάς και εχαλούσαμε τον κόσμον. Τι λαμπρός όνθρωπος ο Ναύαρχος, τι ευγενής, πόσον αγαπά τα πληρώματα! Όταν μας ήκουε και εζητωκραυγάζαμεν έλεγεν «ακούσα­τε τους κανάγηδες, ετρελλαθήκανε!» Μόλις εφάνη ο εχθρός, ανέβη εις την γέφυραν, εκρέμασεν επί του στή­θους του τον Σταυρόν του Παναγίου Τάφου, εντός του οποίου υπήρχε τίμιον ξύλον και είπεν «Εμπρός αυτός θα μας βοηθήση». Κατόπιν αμέσως ετηλεγράφησεν εις τα λοιπά πλοία διά του ασυρμάτου. «Με την βοήθει­αν του Θεού, με τας ευχάς του Βασι­λέως και του δικαίου, βαίνομεν ενα­ντίον του εχθρού» και τότε ήρχισεν το πυρ. Καθ’ όλο το διάστημα της Ναυμαχίας ήτο έξωθεν της γεφύρας της Μάχης και έδιδε τας διαταγός. Εμβήκε μέσα μόνον όταν καταδιώξαμεν αυτούς και τους ετρέψαμεν εις φυγήν, αλλά και τότε τον έβαλαν μέ­σα οι αξιωματικοί, διότι ήρχοντο σαν βροχή αι οβίδες εκ του φρουρίου.

Όταν έληξεν η ναυμαχία αναμείναμεν μέχρι της 4ης μ.μ. διότι ενομίζαμεν ότι δεν έπαθε βλάβας μεγάλας ο εχθρός και θα εξήρχοντο πάλιν, ίνα ναυμαχήσωμεν, αλλά δεν εφάνησαν και τότε ηναγκάσθημεν να αγκυροβολήσωμεν. Μέχρι και χθες δεν ήσαν γνωσταί αι καταστροφαί των τουρκι­κών πλοίων. Μόλις χθες εμάθαμεν ταύτας. Είναι δε τελεία καταστροφή δι’ αυτούς. Τα 3 είναι εκτός μάχης.

Χαιρετισμούς εις όλους σας. Σας ασπάζομαι ο ανεψιός σας

Κέκος Μαχαιριώτης

(Υ.γ. Είμαι ευτυχής διότι είδον αυτό το μεγαλοπρεπές θέαμα).

Δημοσιεύθηκε στο φ. 267, Μάρτιος 2012 της έντυπης έκδοσης

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο