Advertisement

Ο οικισμός Αλεξανδράδες

του Ε. Π. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ

1.451

Ένα χωριό, το οποίο αναφέρεται με τη συγκεκριμένη ονομασία από το 16ο αι. και σε αρκετά συμβόλαια του 1565[1]. Επίσης, το 1583, το τοπωνύμιο Αλεξανδράδες αναφέρεται ανάμεσα στις εργασίες που δεν έχουν περατωθεί στην απογραφή του Πέτρου Καστροφύλακα[2] (βλ. σχετικά στην Εισαγωγή).

Η ονομασία του δεν είναι εξακριβωμένο πού οφείλεται και είναι ένα από τα σχετικά σπάνια κυθηραϊκά τοπωνύμια με κατάληξη -άδες, που συνηθίζεται και στην Κέρκυρα. Κατά τον 16ο αι. έχει εντοπισθεί μία τουλάχιστον φορά το επώνυμο Αλεξανδρής από το οποίο θα μπορούσε να προέρχεται το Αλεξανδράδες. Η μοναδική αναφορά στο επώνυμο αυτό οδηγεί στην υπόθεση ή ότι η αναφορά είναι περιστασιακή ή ότι πρόκειται για μία από τις τελευταίες εμφανίσεις του επωνύμου αυτού στα Κύθηρα[3].

Advertisement

Σύμφωνα με την αρχαιολογική έρευνα από την οποία προκύπτει η ύπαρξη νεκροταφείου κατά την πρώιμη ενετοκρατία τεκμαίρεται ότι ο οικισμός είναι παλαιότατος, αλλά δεν έχει εξακριβωθεί εάν έφερε αυτή την ονομασία. Σύμφωνα με έγγραφα που αφορούν όρια καρατίων (τιμαρίων) της οικογενείας των Βενιέρων (βλ. σχετικά στην Εισαγωγή) προκύπτει ότι η περιοχή κατοικείται από τον 14ο αι. τουλάχιστον, αφού εντοπίζεται τοπογραφικό σημείο με την ένδειξη «το σπίτι του Καψάνη» και το οποίο προκύπτει ότι βρίσκεται στην περιοχή αυτή, αφού τα λοιπά αναφερόμενα σημεία των ορίων τοποθετούνται με ασφάλεια στην περιοχή αυτή (π.χ. Άγιος Λέος, Άγ. Γληγόρης κ.ά.). Η αναφορά στους ναούς αυτούς είναι μία ισχυρή ένδειξη για την ύπαρξη οικισμού, ενώ, μία ακόμη ένδειξη είναι ότι, κοντά στις Αλεξανδράδες από τη ΒΔ πλευρά, στα Κυριακάδικα ή Καμπιάνικα[4] βρίσκεται ο βυζαντινός ναός του Αγίου Δημητρίου[5] που έχει κτισθεί κατά τα μέσα του 13ου αι.

Αργότερα, κατά τον 18ο αι., με την ονομασία Αλεξανδράδες καλύπτεται συχνά και ο οικισμός Γουδιάνικα, ενώ στην οθωμανική απογραφή του 1715 ο οικισμός αναφέρεται[6] με αυτή την ονομασία έχοντας τέσσερις ενορίες (Αγ. Ιωάννου, Αγ. Γεωργίου, Αγ. Τριάδος και Αγ. Λέου), γεγονός που δείχνει ότι ήταν σχετικά πολυάνθρωπος.

Στις Ενετικές απογραφές των Κυθήρων, αλλά και σε άλλες πηγές αναφέρεται η συνοικία Καμάρια, που ήταν η ενορία του Αγίου Γεωργίου. Αν προσθέσουμε και την ενορία του Αρχιστρατήγου η περιοχή έχει συνολικά πέντε ενορίες στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αι. Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει για την ενορία του Αγίου Λέοντος που κάλυπτε μία περιοχή, η οποία αναφέρεται και στη διανομή των Βενιέρων και βρίσκεται έξω από το σημερινό οικισμό, κάτι που δείχνει ότι ο οικισμός των Αλεξανδράδων ήταν την εποχή αυτή μεγαλύτερος. Φυσικά το ίδιο ισχύει και κατά τον 17ο-18ο αι., αφού η αναφορά σε πέντε ενορίες δείχνει εκτεταμένη περιοχή με ανάλογο αριθμό κατοίκων.

Το επώνυμο Πετρόχειλος, το οποίο αναφέρεται στην Κρήτη από τον 12ο αι. ως παρωνύμιο της βυζαντινής οικογενείας Βαρούχα, είναι από τα παλαιότερα στο χωριό αυτό, όπως και τα Μπρατσάλης, Τριάρχης, Σκλάβος και Καλοκαιρινός[7]. Αργότερα εμφανίζεται εκεί το Λεοντσίνης. Σήμερα ο οικισμός ακολουθεί φθίνουσα πληθυσμιακή πορεία.

 

[1] Εμμ. Κασιμάτης, Εμμ. Κασιμάτης, νοτάριος…, σ. 157 κ.α.

[2] Χρ. Μαλτέζου, Βενετική παρουσία,… σ. Ι 278, σημ. 37.

[3] Εμμ. Καλλίγερος, Κυθηραϊκά επώνυμα…, σ. 103.

[4] Η ονομασία προέρχεται από το συνηθισμένο παλαιότερα στα Κύθηρα επώνυμο Κυριάκης ή από το πρν Καμπέας, κλάδου της ίδιας οικογενείας. Λίγα ερείπια κτηρίων από τον οικισμό αυτόν σώζονται ακόμη δίπλα στο ναό του Αγίου Δημητρίου.

[5] Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο Βυζαντινών Τοιχογραφιών Κυθήρων, Κέντρο Έρευνας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 1997, σ. 151.

[6] Ευ. Μπαλτά, Η οθωμανική…, σσ. 86, 88, 192.

[7] Για το τελευταίο αυτό επώνυμο οι πρόσφατες έρευνες οδηγούν στη σκέψη ότι ξεκίνησε από το σημερινό Κατούνι, ως παρωνύμιο αρχικά κλάδου του επωνύμου Καλλίγερος, τα στοιχεία, όμως, δεν είναι επαρκή για να θεωρηθεί αυτό δεδομένο και απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση. (Το 1587 εντοπίζεται ένας Σταμάτης Καλλίγερος λεγόμενος Καλοκαιρνός, του οποίου οι απόγονοι έχουν το ίδιο παρωνύμιο.) Βλ. Ελ. Χάρου-Κορωναίου – Εμμ. Δρακάκης (εκδ.), Δημήτριος Φάναρης νοτάριος Κυθήρων 1586-1619, Αθήνα 2010, σσ. 111, 174.

(Με τις νεότερες έρευνες τα παραπάνω έχουν επιβεβαιωθεί και μπορείτε να διαβάσετε τα σχετικά στοιχεία στο επώνυμο Καλοκαιρινός, το οποίο έχει συμπεριληφθεί ήδη και έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα μας)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο