Advertisement

Το Καψάλι και το Κάστρο

του Ε.Π. Καλλίγερου

1.599

Μία από τις παλαιότερες, αλλά και ενδιαφέρουσες από ιστορική σκοπιά περιοχές των Κυθήρων.

Πότε πρωτοκατοικείται ο οικισμός αυτός δεν είναι γνωστός, καθώς έχουμε μεν αναφορές για το Καψάλι από τον 15ο αι., γεγονός που δείχνει ότι η ονομασία τουλάχιστον είναι πολύ παλαιά, όμως στις πλείστες των περιπτώσεων η αναφορά στο Καψάλι γίνεται πάντα σε σχέση με το κάστρο, το οποίο αναφέρεται συνηθέστατα ως Κάστρο Καψαλίου. Έτσι δεν είναι γνωστό αν υπήρχε κατοίκηση στην περιοχή, επειδή όμως το Καψάλι ήταν ένα μικρό λιμάνι που δεχόταν επισκέψεις πλοίων, ειδικά κατά τη θερινή περίοδο, όταν οι άνεμοι επιτρέπουν ασφαλέστερη προσέγγιση στον όρμο, που είναι εκτεθειμένος στους ισχυρούς νότιους ανέμους, θεωρείται βέβαιο ότι κάποιες εγκαταστάσεις θα υπήρχαν και κάποιοι κάτοικοι θα έμεναν μόνιμα εκεί.

Advertisement

Όπως είναι γνωστό το κάστρο στο Καψάλι αναφέρεται ότι χτίστηκε πρώτη φορά μετά το 1238[1], δηλαδή πριν από την οριστική εγκατάσταση των Βενιέρων στα Κύθηρα ή κατά τους πρώτους χρόνους που εγκαταστάθηκαν στο νησί, χωρίς να αποκλείεται να υπήρχε και κάποια παλαιότερη οχύρωση. Κατά τη διανομή των Κυθήρων στους τέσσερις αδελφούς Βενιέρους το 1310 αναφέρεται ότι η περιοχή κοντά στο κάστρο στο Καψάλι έμεινε αδιανέμητη μεταξύ τους και σε κοινή χρήση, προφανώς λόγω της ζωτικής σημασίας που είχε για την ασφάλεια του νησιού[2].

Είναι βέβαιο, πάντως, ότι στις αρχές του 15ου αι., όταν διέρχεται με πλοίο έξω από τα Κύθηρα ο Ισπανός πρεσβευτής του βασιλέα της Καστίλλης και Λεόνης Ερρίκου Γ΄ ντε Τρασταμάρα, Δον Κλαβίχο, ταξιδεύοντας για την αυλή του Ταμερλάνου, διέκρινε στο Ν τμήμα των Κυθήρων «[…] ένα μικρό κάστρο με πανύψηλους πύργους, χτισμένο πάνω σε ψηλό βράχο, που βλέπει προς τη θάλασσα. Προς τα κάτω κοντά στις ακτές υπάρχει μία βίγλα με φρουρούς»[3]. Ακόμη και αυτή η αναφορά ενισχύει την άποψη ότι τότε το Καψάλι έχει ήδη τουλάχιστον μία φρουρά.

Το 1364, όταν ο ενετικός στόλος κατευθυνόταν στην Κρήτη για να καταπνίξει την επανάσταση, που αναφέρεται ως του Αγίου Τίτου, στην οποία ήταν αναμεμειγμένοι και οι Βενιέρ, κατέπλευσε στο Καψάλι και ζήτησε από τον Πέτρο Βενιέρ που ήταν κλεισμένος στο Κάστρο, να παραδώσει τα Κύθηρα[4].

Αργότερα, κατά τον 15ο αι. υπάρχουν και άλλες αναφορές. Συγκεκριμένα, δύο μόλις χρόνια πριν από την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, το 1451, σε συμβόλαιο πώλησης από τον Φραγκίσκο Βενιέρ τυριού και μυζήθρας από τα Κύθηρα σε εμπόρους στο Χάνδακα αναφέρεται το κάστρο του Καψαλίου[5] «[…] ad locum de Capsali et ad locum de San Dimitri», όπως έγραφε το συμφωνητικό[6].

Έχουμε επομένως και άλλες σαφείς αναφορές για το Καψάλι και το κάστρο του από τις αρχές του 15ου αι., άρα επιβεβαιώνεται η πληροφορία ότι τόσο το κάστρο είχε κτισθεί τουλάχιστον πριν τα μέσα του 13ου αι., όσο και η ονομασία Καψάλι από την εποχή αυτή ή λίγο αργότερα.

Το κάστρο στο Καψάλι αναφέρεται και ως έδρα της ενετικής φρουράς των Κυθήρων και στη γνωστή δικογραφία των Καταλανών το 1328[7].

Αργότερα, το 1503, το κάστρο επισκευάζεται και επεκτείνεται με δαπάνες της ενετικής κυβέρνησης, αλλά μετά την επιδρομή του Βαρβαρόσσα και την κατάληψη του Αγίου Δημητρίου οι κάτοικοι των Κυθήρων αποστέλλουν αντιπροσωπεία στη Βενετία το 1543 με επικεφαλής τον Τζώρτζη Καλούτση, ο οποίος ζήτησε, μεταξύ άλλων, και την οικονομική ενίσχυση της ενετικής κυβέρνησης με 300 δουκάτα για την επισκευή του κάστρου του Καψαλίου. Στην αναφορά του Καλούτση αναφέρεται «[…] όπως η κωμόπολις Καψάλι, ήτις είναι εντελώς ανοικτή και έχει τα τείχη ερειπωμένα, οχυρωθή δι’ ο ικετεύομεν όπως η Γαληνότης σας αποστείλει 300 δουκάτα δι’ α θέλει κρατηθή λογαριασμός […] αφού η κωμόπολις με το να είναι κατεστραμένη όπως είναι τώρα, ελεηλατήθη κατά τους προηγουμένους πολέμους και πολλοί ηχμαλωτίσθησαν […]»[8].

Από το κείμενο αυτό της αναφοράς των Κυθηρίων στη Βενετία συνεπέραναν πολλοί ότι στην επιδρομή του Βαρβαρόσσα υπέστη ζημίες και το κάστρο στο Καψάλι. Από το παραπάνω κείμενο προκύπτει ότι 40 μόλις χρόνια μετά την ανακατασκευή του, το κάστρο ήταν σε κακή κατάσταση, επομένως είχε υποστεί επίθεση, άγνωστο αν από τον Βαρβαρόσσα ή από άλλους. Το γεγονός αυτό δεν μαρτυρείται από άλλη πηγή, σύμφωνα όμως με την απάντηση της Ενετικής κυβέρνησης το 1545 εχορηγήθησαν 200 δουκάτα για την επισκευή του κάστρου στο Καψάλι[9], άρα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αναφορά ήταν ακριβής.

Στις αρχές του 17ου αι. ο Γενικός Προνοητής Μαρκαντόνιο Βενιέρ, που επισκέφθηκε τα Κύθηρα για να εξετάσει τη δυνατότητα κατασκευής λιμένος χωρητικότητος 40 γαλερών στο Καψάλι, εισηγήθη να μην γίνει το έργο λόγω των δυσκολιών στην εκτέλεσή του και της μεγάλης δαπάνης που απαιτούσε[10]. Λίγα χρόνια αργότερα, το αίτημα για κατασκευή λιμένος στο Καψάλι επανήλθε από τον Ενετό Προβλεπτή Μπάφφο και πάλι όμως δεν έγινε δεκτό.

Όσον αφορά το Καψάλι, αναφέρεται από τον Στεφανόπολι ότι ήταν το μέρος στο οποίο ανέμενε ο Πάρις με την Ωραία Ελένη ούριο άνεμο για να αναχωρήσουν και ότι εθυσίασαν στους θεούς, αρχαία ευρήματα όμως στην περιοχή δεν έχουν εντοπισθεί[11]. Στο σημείο που είναι τώρα μικρό δασύλιο αναφέρεται ότι υπήρχε από την εποχή της Ενετοκρατίας ένα εξάγωνο κτήριο προορισμένο για αναψυχή, το οποίο διατηρήθηκε και επί αγγλοκρατίας για να καταστραφεί στις αρχές του 20ού αι. Στους κήπους αυτού του κτηρίου, για το οποίο δεν υπάρχουν πληροφορίες σε καμία γνωστή πηγή, εμφανίζεται όμως σε παλαιότατη φωτογραφία της περιοχής που έχει ληφθεί από το Κάστρο, υπήρχε άγαλμα της θεάς Αφροδίτης από το πόδι του οποίου έτρεχε νερό. Εκτός από εμφανή ίχνη παλαιών δεξαμενών και μικρών σηράγγων δεν έχει γίνει έρευνα στην περιοχή για διακρίβωση της χρήσης του κτηρίου αυτού. Κατά την περίοδο της αγγλοκρατίας χτίστηκαν κτήρια, τα οποία σώζονται ακόμη, για καραντίνα των ναυτικών (λοιμοκαθαρτήριο) και μεγάλη δεξαμενή νερού (ντεπόζιτο) για υδροδότηση των πλοίων. Στην περιοχή του Καψαλίου και σε λοφίσκο κάτω από τη θέση Εγκρεμνός υπάρχει ναός του Αγίου Νικολάου με βήμα και του Αγίου Σάββα, χρονολογούμενος στον 13ο αι.[12].

Στον ίδιο τον Εγκρεμνό υπάρχει μικρό σπήλαιο με το ναό του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού μέσα σε αυτό και ερείπια ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου λίγο παρακάτω (βλ. και Κατάλογο ναών). Κατά τον 16ο αι αναφέρεται ότι το Καψάλι κατοικείται, όπως προκύπτει από νοταριακό έγγραφο της εποχής[13]. Σε περιοχή στα Α και κοντά στη θέση Πόρος της Κάπαινας, που βρίσκεται στο παλιό μονοπάτι που οδηγούσε στις Σπηλίες, αναφέρεται θέση Τούρκικο (ή Οθωμανικό) Νεκροταφείο, δεν έχει όμως ερευνηθεί αν όντως υπήρχαν ταφές στο χώρο αυτόν, καθώς επιφανειακά δεν υπάρχουν ίχνη. Σύμφωνα με παραδόσεις, στη θέση αυτή είχαν ταφεί Τούρκοι, δεν διευκρινίζεται όμως σε ποια εποχή, καθώς ή αυτό θα ήταν στα έτη 1715-1718 ή κατά τη ρωσοτουρκική κατοχή των Κυθήρων το 1799, οπότε είχαν γίνει και περιορισμένες αψιμαχίες με τους Γάλλους, που κατείχαν τα Κύθηρα, δεν υπάρχει όμως αναφορά για νεκρούς.

Το κάστρο ενισχύθηκε κατά διαστήματα με κανόνια, ενώ χτίστηκαν πάνω σ’ αυτό, το παλάτι των Προβλεπτών, το κτήριο διοίκησης στην είσοδο, φυλακές, πυριτιδαποθήκη και οικίες, από τις οποίες οι περισσότερες έχουν καταστραφεί. Χτίστηκαν επίσης και τέσσερις ναοί: ο ναός του Παντοκράτορος (σήμερα φιλοξενεί συλλογή οικοσήμων), ο ναός της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας (παλιός καθολικός ναός της Παναγίας, ο οποίος, σύμφωνα με κάποιες πηγές, ήταν αφιερωμένος και στην Αγία Βαρβάρα)[14], ο ναός της Παναγίας Ορφανής, της οικογενείας Καλλονά και ο ναός του Αγίου Ιωάννου της οικογενείας Στάη. Στο Κάστρο αναφέρονται ταφές εντός και εκτός των ναών, ενώ το χώμα που βρίσκεται στα επίπεδα σήμερα σημεία του εσωτερικού του μεταφέρθηκε από άλλες περιοχές με υποχρεωτική εργασία των κατοίκων κατά την Ενετοκρατία.

Στο παλάτι των Προβλεπτών στεγάζεται σήμερα το Ιστορικό Αρχείο Κυθήρων με έγγραφα από την εποχή του 16ου αι. Το Αρχείο έχει υποστεί σημαντικές καταστροφές και δεν υπάρχουν παλαιότερα έγγραφα εξαιτίας αυτών. Αναφέρεται ότι η πρώτη καταστροφή πιθανόν να οφείλεται σε έκρηξη από κεραυνό στην πυριτιδαποθήκη, που έγινε το 1701[15]. Αργότερα αναφέρονται σημαντικές καταστροφές από χρησιμοποίηση των εγγράφων από εκτοπισμένους στις αρχές του 20ού αι, αλλά και από χρήση στις πλέον απίθανες περιπτώσεις, όπως για να γεμίζουν τα κανόνια και να ρίχνουν βομβαρδισμούς για πανηγυρισμούς κατά τις εκλογικές νίκες στο παρελθόν ή για να εφοδιάζονται μικρά καταστήματα με χαρτί περιτυλίγματος.

Κατά το 1715, όταν κατελήφθησαν τα Κύθηρα από τους Τούρκους η συμφωνία παράδοσης προέβλεπε την καταστροφή των υπογείων σηράγγων και του περιτειχίσματος, όπως προκύπτει από αναφορά του Προβλεπτού Σεβ. Μαρτσέλο[16]. Δεν είναι γνωστό αν τελικά εκτελέστηκε η συμφωνία, οπότε έγινε αποκατάσταση του τείχους ή δεν ολοκληρώθηκε η κατεδάφιση, όπως ανέφερε ο Προβλεπτής. Το 1798, που τα Κύθηρα κατείχαν οι Γάλλοι, το κάστρο, το οποίο υπεράσπιζε μικρή φρουρά λίγων δεκάδων γάλλων στρατιωτών, αντιστάθηκε στις υπέρτερες ρωσοτουρκικές δυνάμεις και παραδόθηκε έπειτα από βομβαρδισμό, ο οποίος προξένησε σημαντικές ζημιές στα τείχη και στα κτήρια[17].

Δεν είναι βέβαιο πώς έλαβε την ονομασία Καψάλι, η πιθανότερη εκδοχή πάντως είναι από το καψαλίζω-καψαλισμένος και ίσως έχει σχέση με το γεγονός ότι η περιοχή έχει πάντα υψηλότερες θερμοκρασίες από το υπόλοιπο νησί. Υπάρχει και μία ασθενής εκδοχή να οφείλεται η ονομασία σε επώνυμο, καθώς έχει αναφερθεί και γραφή «του Καψάλη» (το κάστρο του Καψάλη), αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές, καθώς υπάρχει μία μόνο σχετική αναφορά, η οποία είναι επισφαλής[18]. Δεδομένης αυτής της διαπίστωσης ότι η ονομασία έρχεται από τη βυζαντινή εποχή, η παραπάνω εκδοχή δεν πρέπει να απορριφθεί εντελώς.

Το Καψάλι αναφέρεται, ιδίως μετά τον 17ο αι., και ως Πόρτο Δελφίνο ή Δελφίνειον[19], ονομασία, η οποία δεν επεκράτησε. Κατά τον 19ο αι. το Καψάλι ήταν ένα εντελώς άσημο ψαροχώρι, η ίδια δε κατάσταση συνεχίστηκε και στον 20ό, τα πράγματα όμως άρχισαν να αλλάζουν κατά τη δεκαετία του 1960, όταν κατασκευάστηκε εκεί ο πρώτος λιμενοβραχίονας στα Κύθηρα που επέτρεπε επιβίβαση και αποβίβαση στα πλοία χωρίς τη χρήση βάρκας. Λίγο αργότερα, η περιοχή, λόγω του εξαιρετικού φυσικού κάλλους και της γραφικότητός της, έγινε πόλος έλξης των επισκεπτών του νησιού και αγαπητός προορισμός των τουριστών.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

[1] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Α΄, σ. 237.

[2] C. N. Sathas, Documents inedits relatives à L’ Histoire de la Grece, au moyen age, tome VI, p. 302.

[3] Ρουΐ Γκονζάλες ντε Κλαβίχο, Το ταξίδι στην Αυλή του Ταμερλάνου, Καλέντης, Αθήνα 1997, σ. 68.

[4] Μαρίνα Κουμανούδη, «Illi de Ca’ Venier…», εις Νόστος, τόμ. 2, σ. 146.

[5] Marina Koumanoudi, Fragments…, p. 511.

[6] Ό., σ. 132.

[7] Diplomatari…, p. 178.

[8] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Α΄, σ. 249.

[9] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Α΄, σ. 251.

[10] Χρ. Μαλτέζου, Τα Κύθηρα…., σ. 57

[11] Μ. Πετρόχειλος, Εντυπώσεις…, σσ. 111, 112.

[12] Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο…, σσ. 250-251.

[13] Ελ. Χάρου-Κορωναίου – Εμμ. Δρακάκης, Δημήτριος Φάναρης νοτάριος…, σ. 79.

[14] «Τα χρονικά του ιερέως Δανιήλ Βαρύτατη», εις Κυθηραϊκά Τετράδια, σσ. 15 και 30.

[15] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Α΄, σ. 238

[16] Ό.π., σ. 305.

[17] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Β΄, σ. 18.

[18] Φ. Μαυροειδή, «Κοινωνία και διοίκηση στα Κύθηρα στις αρχές του 17ου αι.», ανάτυπο από τον Ζ΄ τόμο της Δωδώνης, Επιστημονικής Επετηρίδας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα 1978, σ. 153.

[19] Το Ιόνιο πέλαγος, Χαρτογραφία και ιστορία, 16ος-18ος αιώνας, σ. 65.

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο