Advertisement

Τα επώνυμα Κύπριος, Κυπριάδης, Κυπριώτης

Μία προσέγγιση στην έρευνα για τη (μη) σχέση τους με την Κύπρο! - Του Ε.Π. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ

2.149

Στο βιβλίο μας «Κυθηραϊκά Επώ­νυμα» έχουμε αναφερθεί εκτενώς και στα τρία αυτά κυθηραϊκά επώνυ­μα, εκ των οποίων, τα δύο πρώτα έ­χουν κοινή αφετηρία και το ένα προ­έρχεται από το άλλο. Σύμφωνα με τα τεκμηριωμένα ιστορικά και γενεαλο­γικά στοιχεία που παρατίθενται στο βιβλίο, το επώνυμο ΚΥΠΡΙΟΣ είναι ε­ξέλιξη του επωνύμου Φραγκάκης, που έφερε προσφυγική οικογένεια από την Πελοπόννησο, η οποία ε­γκαταστάθηκε στον Καραβά μετά το Ορλωφικά (1770).

Στο α’ μισό του ε­πόμενου (19ου αιώνα), ένας απόγο­νος κλάδου της οικογενείας Φραγκάκη παίρνει το παρωνύμιο Κύ­πριος, καθώς είχε πάει στην Κύπρο κι εγκαταστάθηκε για κάποιο διάστη­μα εκεί, επιστρέψας αργότερα στα Κύθηρα. Είναι πολύ συνηθισμένο αυ­τό και σήμερα ακόμη σ’ όλη την Ελλάδα, αλλά και στα Κύθηρα κι αρ­κετές φορές οδηγεί να αποκτήσει ο φέρων το παρωνύμιο αυτό ως επώ­νυμο. (Πρβλ. το Πολίτης από το Κυπριώτης λόγω μακράς παραμονής στην Κωνσταντινούπολη).

Advertisement

Αργότερα το Κύπριος μετατρέπεται στη Σμύρ­νη σε Κυπριάδης λόγω της τάσης των Ελλήνων στη Σμύρνη να μετα­τρέπουν τα επώνυμά τους σε αυτά, των οποίων οι καταλήξεις εθεωρούντο αμιγώς ελληνικές (-ιδης, -άδης, – όπουλος κλπ.). Ένας εξ αυτών των Κυπρίων, ο Μηνάς Κύπριος (το Μη­νάς το είχε λάβει από το σύνηθες βαφτιστικό της οικογ. Κορωναίος, α­πό την οποία είχε λάβει σύζυγο ο πατέρας του) μετέτρεψε το επώνυ­μο σε Κυπριάδης και το βαφτιστικό του σε Μίνως, για να είναι κι αυτό ελληνικότερο (του επίσης αρχαίου ελληνικού) Μηνάς). Απ’ αυτήν την οι­κογένεια κατάγονται οι σημερινοί α­πόγονοι που έχουν το ίδιο ονοματε­πώνυμο, αλλά απ’ αυτήν πήρε και τ’ όνομά της η συνοικία των Αθηνών, Κυπριάδου, όταν ο βαθύπλουτος Μί­νως Κυπριάδης είχε επιστρέψει από την Αίγυπτο και το Σουδάν και είχε βάλει στόχο να δημιουργήσει έναν πρότυπο οικισμό στην Αθήνα. Έχου­με επομένως, εδώ μία τεκμηριωμένη άποψη για τη σχέση των Κύπρος και Κυπριάδης με την Κύπρο, που είναι καθαρά ονοματολογική.

Τι σχέση εί­χε, όμως, η οικογένεια ΚΥΠΡΙΩΤΗ με την Κύπρο, όταν, μάλιστα, το Κυπριώτης είναι επώνυμο, του οποίου η κατάληξη οδηγεί ευθέως σε πατριδωνυμικό επώνυμο; Μέχρι τώρα, α­ναζητούσαμε την καταγωγή του ε­πωνύμου με τους γνωστούς τρό­πους, δηλ. κάποιον κυπριακής κατα­γωγής που εγκαταστάθηκε στα Κύ­θηρα και οι απόγονοί του μετέτρε­ψαν το επώνυμο στο παρωνύμιο που «κόλλησε» εκεί. Αυτή ήταν η συνή­θης διαδικασία.

Το μόνο που γνωρί­ζουμε με ιστορική ακρίβεια για την οικογένεια ήταν ότι, αρχικά ήταν ε­γκατεστημένη στο χωριό Κυπέρι (τα σημερινά Φριλιγκιάνικα) απ’ όπου έ­νας κλάδος μετακινήθηκε στο Δρυμωνάρι ανάμεσα στα έτη 1724 και 1753. Αυτός ο κλάδος είναι γνωστός σήμερα και απόγονοί του όλοι οι φέροντες το επώνυμο Κυπριώτης στα Κύθηρα και τη διασπορά τους. Μάλι­στα, το χωριό Δρυμωνάρι έχασε το όνομά του και αυτό μετατράπηκε σε Κυπριωτιάνικα, σύμφωνα με την παλαιά συνήθεια στο νησί να παίρνουν τα χωριά το όνομα των κατοίκων τους, που ήταν οι κυρίαρχες, πληθυσμιακά, οικογένειες σ’ αυτά.

Τώρα, ένα νέο βιβλίο της καθηγήτριας κυ­ρίας Χρύσας Μαλτέζου (Τα Κύθηρα, τον καιρό που κυριαρχούσαν οι Βενετοί), μας έδωσε την αφορμή για να διατυπώσουμε τις παρακάτω σκέ­ψεις. Στο βιβλίο υπάρχει αναφορά σε μία δικογραφία που σχηματίστηκε το 1328 από ένα περιστατικό πειρατίας μεταξύ Καταλανών και ντόπιων, και από μία συμπλοκή που οδήγησε στο ν’ ασχοληθούν με το θέμα, ο βα­σιλιάς της Μαγιόρκας και ο Δόγης της Βενετίας, όταν ο δεύτερος διέ­ταξε ανακρίσεις για το περιστατικό. Απ’ αυτές προέκυψε ότι ένας μάρτυ­ρας ονομαζόταν Γεώργιος Κιπεριώτης. Άρα, είχε απώτερη καταγωγή το χωριό Κιπέρι, απ’ το οποίο είχε πάρει το επώνυμό του, πιθανότατα λόγω της κατοίκησής του αργότερα σε άλ­λο χωριό του νησιού.

Αν, τώρα, θελήσουμε να κάνουμε μια υπόθεση, εύκολα αυτό το Κιπεριώτης μπορεί να μετετράπη για λόγους ευφωνίας ή από παραφθορά λόγω του χρόνου σε Κιπριώτης με αποβολή ενός φω­νήεντος. Τώρα, στη γραφή, εύκολα το Κιπριώτης μπορεί να γίνει Κυ­πριώτης, αφού αυτό είναι το γνω­στότερο και – συνήθως – και γραμ­ματικά επικρατέστερο, ειδικά αν α­ναφερόμαστε σε εποχές που το πλέ­ον αδιάφορο στη γραφή ήταν η ….ορθογραφία. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Κυπριώτες κατάγονται ασφαλέ­στατα από το Κυπέρι (το οποίο γρά­φεται κανονικά με -υ κι όχι με -ι, α­φού προέρχεται από το φυτό Κύπερι), όπως μαρτυρούν έγγραφα και απογραφές από τις αρχές του 18ου αι.

Η τεράστια χρονική απόσταση α­πό το 14ο αι. όπου εντοπίζεται το Κι­περιώτης και μάλιστα κατά απόλυτα αδιαμφισβήτητο τρόπο, οδηγεί εύκο­λα στην υπόθεση ότι πρόκειται για μία παραφθορά του επωνύμου που προέκυψε από μακρότατη χρήση. Μια υπόθεση που, σίγουρα, απαιτεί μία ακόμη επιβεβαίωση, που είναι μεν δύσκολο να βρεθεί για χρόνια με τόση σπανιότητα στοιχείων όπως οι αιώνες από το 14ο στο 16ο, όχι ό­μως αδύνατο. Εξάλλου είναι, μέχρι τώρα, η πλέον πιθανή και ελκυστική για την έρευνα εκδοχή σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία.

Δημοσιεύθηκε στο φ. 231 Δεκέμβριος 2008

(Εκτός από το παραπάνω άρθρο παραθέτουμε και το σχετικό κομμάτι από το βιβλίο μας ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ, στο οποίο έχουν προστεθεί λίγα ακόμη στοιχεία. Παράλληλα σε λίγες ημέρες θα δημοσιεύσουμε το ιστορικό της οικογενείας Κυπριάδη, όπως είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα, για να συμπληρωθεί η μελέτη των επωνύμων αυτών, τα οποία, καίτοι φαίνεται ότι έχουν κοινή ρίζα, η έρευνα οδηγεί σε άλλη κατεύθυνση)

Κυπριώτης

Η αναζήτηση της ετυμολογίας του επωνύμου Κυπριώτης οδηγούσε μέχρι σήμερα  όλες τις σκέψεις στο προσδιοριστικό Κύπριος και στην κυπριακή καταγωγή κάποιου απώτερου μέλους της οικογενείας, η οποία οδήγησε στη συνέχεια στο πατριδωνυμικό Κυπριώτης κατά την ίδια διαδικασία, που δημιουργήθηκαν πολλά πατριδωνυμικά  στα Κύθηρα, όπως Χανιώτης, Καντιώτης, Ζαντιώτης κ.α.

Η ανεύρεση όμως αναφοράς στο έγγραφο της δικογραφίας, η οποία σχηματίστηκε το 1329 για μία πειρατική υπόθεση μεταξύ Καταλανών και Κυθηρίων στον Αβλέμονα [1], έδειξε ότι το επώνυμο αυτό προέρχεται από ένα τοπικό πατριδωνυμικό, το Κυπεριώτης.  Αναφέρεται συγκεκριμένα ανάμεσα στους μάρτυρες της παραπάνω υπόθεσης ένας Γεώργιος Κυπεριώτης (Georgious Cheperioti) [2]. Το επώνυμο εμφανίζεται με πολλές αναφορές έκτοτε με σημαντικές διαφοροποιήσεις στη γραφή, οι οποίες οδηγούν με ασφάλεια στο μετασχηματισμό του από Κυπεριώτης σε Κυπριώτης με την πάροδο των χρόνων. Chypriati (Κυπιριάτης ή Κιπριάτης) [3] και αργότερα το 16ο αι. Κυπεριάτης και Κυπριώτης [4]. Επειδή η οικογένεια αυτή είναι καταγεγραμμένη μεταξύ των οικογενειών των βιλλάνων [5] κατά το 15ο αι. συμπεραίνεται ότι ανήκει στην ομάδα οικογενειών, τις οποίες βρήκαν στα Κύθηρα οι Βενιέρ, όταν το νησί κατελήφθη από τους Ενετούς στις αρχές του 14ου αι, άρα συμπεριλαμβάνεται στις βυζαντινές οικογένειες των Κυθήρων, που είναι οι παλαιότερες. Η ετυμολογική προέλευση του Κυπεριάτης είναι βέβαια από το χωριό Κυπέρι των Κυθήρων (σημερινά Φριλιγκιάνικα) το όνομα του οποίου προέρχεται από το φυτό Κύπερι (γράφεται και Κίπερι) που είναι το αναφερόμενο και από το Θεόφραστο Κύπειρον (=ιτέα) [6]. Το ίδιο αναφέρεται και στον Όμηρο.

Είναι γεγονός ότι μετεξέλιξη ενός επωνύμου σε πατριδωνυμικό μέσα στον ίδιο γεωγραφικό χώρο είναι σχετικά σπάνιο φαινόμενο χωρίς όμως να αποκλείεται, ειδικά αν πρόκειται για προσωρινή μετανάστευση εκτός της αρχικής κοιτίδας ή εσωτερική μετακίνηση και επανάκαμψη. Τη συγκεκριμένη υπόθεση για το Κυπριώτης πάντως ενισχύει και η εμφάνιση του επωνύμου στην περιοχή Φριλιγκιάνικα (Κυπέρι)[7] και η μετέπειτα εγκατάσταση κατά το 18ο αι. στο γειτονικό χωριό Δρυμωνάρι, το οποίο μάλιστα μετονομάζεται εξ αιτίας αυτής της εγκατάστασης σταδιακά σε Κυπριωτιάνικα, ονομασία η οποία επικρατεί και σήμερα.

Με τη μορφή Κυπεργιάτης το επώνυμο αναφέρεται στα μέσα του 16ου αι. και στην Κρήτη[8] χωρίς να αποκλείεται ο αναφερόμενος να προέρχεται από τα Κύθηρα.

[1] Χρ. Μαλτέζου Τα Κύθηρα τον καιρό…..σελ. 10
[2] Antonio Rubio I Lluch, Diplomatari…σελ. 186
[3] Μαρίνα Κουμανούδη, Αγροτικά νοικοκυριά….σελ. 240.
[4] Ελ. Χάρου Εμμ. Δρακάκης Δημήτριος Φάναρης….σελ. 129, 247 κ.α.
[5] Μαρίνα Κουμανούδη, Αγροτικά νοικοκυριά….σελ. 240
[6] Εμμ. Π. Καλλίγερος, Κυθηραϊκά τοπωνύμια….σελ. 166 επόμ.
[7] Βλ. Απογραφές Πληθυσμού ….τόμ. Α’  Α 846 σ. 96 και τόμ. Β’ Ζ 1338-1343 και ειδικά Ζ 1341, σελ. 533,4. 
[8] Μιχ. Μαράς, Νοτάριος Χάνδακα, τόμ. Δ΄, σελ. 380.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο