Νέα Κυβέρνηση: Επιτέλους η δημόσια διοίκηση ανακαλύπτει το μάνατζμεντ
Γράφει ο Γιώργος Ι. Κωστούλας *
To πρώτο που διαπιστώνει κανείς από τη σύνθεση του νέου Υπουργικού Συμβουλίου είναι ότι ο νέος Πρωθυπουργός έχει αντιληφθεί ότι για την κυβέρνησή του, σημαντικότερο από το “Τί” θα κάνει, είναι το “Πώς”, το “Πότε” και, κυρίως, το “Ποιός” (θα τα κάνει). Το “Τί” (πρέπει να κάνει) είναι γνωστά και καλά εμπεδωμένα.
Όμως, Το “Ποιός”, το “Πώς” και το “Πότε”, είναι υπόθεση Μάνατζμεντ, απανταχού. Εκτός από το Δημόσιο Τομέα της χώρας μας.
Οι θεμελιώδεις ανατροπές, οι μεταρρυθμίσεις, οι διαρθρωτικές αλλαγές, η αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η μείωση της γραφειοκρατίας, η γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, η ενθάρρυνση επενδύσεων, οι απαραίτητοι έλεγχοι απαιτούσαν τη συστράτευση, την επιστράτευση καλύτερα, της όποιας μη χρησιμοποιούμενης μάζας ταλέντου, επάρκειας και αξίας στην ενεργό πολιτική δράση. Το χειρότερο,- για να δώσω μια ένδειξη των προσδοκιών,- θα ήταν η σύνθεση του νέου Υπουργικού Συμβουλίου να προκύψει ως προϊόν εσωκομματικών συμβιβασμών και ψηφοθηρικής μπακαλικής. Κάτι, το οποίο σε μεγάλο βαθμό αποφεύχθηκε.
Μόνο η επιλογή των αρίστων, μπορεί να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει όλα τα αγαθά και γενναιόδωρα αισθήματα του Έλληνα προς την πάσχουσα, την εν κινδύνω πατρίδα.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, όμως, έχουμε εισέλθει ήδη στην περιοχή, στα χωράφια του Μάνατζμεντ.
Ως χαρακτηριστική, ιστορική περίπτωση υποδειγματικού μάνατζμεντ δημοσίου τομέα είχα ανασύρει απότο αρχείο μου, μια επιστολή του προέδρου των ΗΠΑ Αϊζενχάουερ, γραμμένη το 1960, απευθυνόμενη προς τον Henry (Harry) Luce, εκδότη του Time, σε απάντηση άρθρου τού τελευταίου, στο οποίο σχολίαζε και χαρακτήριζε την προεδρία – διοίκηση του Αϊζενχάουερ ως όχι αρκούντως δυναμική – “insufficiently aggressive” (Από το Hurvard Business Review, March – April, 1977).
Λίγο, πριν την ενσωματώσω στο κείμενό μου, μόλις στις 28 Ιουνίου, είδα το σημείωμα του Στ. Κασιμάτη, στην Καθημερινή, το οποίο, ακριβώς, αναφερόταν στις διοικητικές αρετές του στρατηγού, της νίκης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα λέει καλύτερα από μένα:
Ο Αϊζενχάουερ υπήρξε, κατά γενική παραδοχή, άριστος ως ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων, κυρίως χάρη στην έμφυτη πολιτική ικανότητά του, που του επέτρεπε να συνθέτει συμφέροντα, προσωπικότητες και τάσεις, συχνά αντίρροπες και ανταγωνιστικές μέσα στο περίπλοκο διοικητικό σχήμα των Συμμάχων. Δεν είναι συμπωματικό ότι προτού τελικά επιλέξει να πολιτευτεί με τους Ρεπουμπλικανούς, είχε καταφέρει να έχει και τα δυο μεγάλα κόμματα πρόθυμα να του προσφέρουν την προεδρική υποψηφιότητα.
Όμως, η επιστολή που ανέφερα, διατηρεί πάντα τη διδακτική αξία της. Διαβάστε την, παρακάτω, σε δική μου μετάφραση. Προτιμήστε, ωστόσο, την αυτούσια του στρατηγού, στο Υ.Γ.
“Αγαπητέ Harry:
Αναγνωρίζω μια γενική περιρρέουσα άποψη ότι υπήρξα ένας μάλλον εύκολος-μαλακός πρόεδρος. Σεβόμενος αυτή την εντύπωση, θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα-δύο πράγματα. Όχι για να αμυνθώ αλλά για να εξηγήσω.
Με εξαίρεση την πρώτη διετία, κατά την οποία απήλαυσα μια γλίσχρα πλειοψηφία, στο υπόλοιπο της θητείας μου ήμουν υποχρεωμένος να δράσω στο πλαίσιο ενός ελεγχόμενου από την αντιπολίτευση κογκρέσου. Μια αντιπολίτευση, η οποία συχνά μετήρχετο έναν ανορθόδοξα επιθετικό ανταγωνισμό.
Η ελπίδα να κάνω κάτι εποικοδομητικό για το έθνος, παρά την παρουσία μιας τέτοιας αντιπολίτευσης, χρειάστηκε την εκ μέρους μου υιοθέτηση –χρήση μεθόδων υποβοηθητικών της συνεργασίας, παρόλο που μια φυσική παρόρμηση θα επέτρεπε μια εξίσου επιθετική –καταγγελτική, δημαγωγική στάση εκ μέρους μου.
Ένα άλλο σημείο: Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει γίνει πλέον τόσο μεγάλη, τόσο πολύπλοκη και τόσο καθοριστική της ζωής όλων μας, που θα ήταν υποκριτικό για κάποιον να ισχυρίζεται ότι θα μπορούσε να κατευθύνει και να ελέγχει όλες τις λεπτομέρειες ενός τόσο σημαντικού και κρίσιμου σχεδιασμού.
Η παρουσία άξιων συνεργατών είναι προφανώς απαραίτητη. Χωρίς αυτούς η εκτελεστική εργασία θα κατέρρεε. Ο έλεγχος και η ενθάρρυνση της νομιμοφροσύνης, της αφοσίωσης και της αποτελεσματικότητας εξαιρετικών συνεργατών απαιτεί υπομονή, κατανόηση, προθυμία ανάθεσης και ανάληψη της ευθύνης για λάθη τους, ανθρωπίνως κατανοητών ή ενδεχομένων.
Η αφοσίωση τέτοιας κατηγορίας ατόμων δεν μπορεί να κερδηθεί με την αποποίηση της ευθύνης, ούτε κλαψουρίζοντας, επιπλήττοντας ή δημαγωγώντας. Οι βασικοί συνεργάτες πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη, ότι οι ίδιοι και οι θέσεις τους είναι ευρέως σεβαστοί και ότι ο προϊστάμενός τους ανταποκρίνεται με κάθε τρόπο, προς τούτο.
Ίσως, θα έπρεπε να ήμουν περισσότερο απόλυτος στη λήψη και επικοινώνηση των αποφάσεών μου και την εξαγγελία προγραμμάτων. Το μονό που μπορώ να πω είναι ότι επ’ αυτού υιοθέτησα και χρησιμοποίησα μεθόδους και τρόπους που μου φαινόταν ως οι αποτελεσματικότεροι. Πρέπει να προσθέσω ότι ένα από τα προβλήματα μου ήταν και να αντιμετωπίζω – ελέγχω το ταμπεραμέντο μου. Ένα ταμπεραμέντο που είχα να αντιπαλέψω σε όλη μου τη ζωή.
Τέλος υπάρχει και ένα ακόμη θέμα: να διατηρήσουμε μια σεβαστή εικόνα της αμερικανικής ζωής στα μάτια του κόσμου. Ανάμεσα στις ποιότητες που η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να προβάλλει είναι και αυτή της αξιοπιστίας, της αξιοπρέπειας. Κάτι που ο κύριος εκπρόσωπος της κυβέρνησης έχει χρέος κατεξοχήν να επιδεικνύει.
Εάν οι ιδέες και οι πρακτικές μου αυτές εκπήγασαν από αδυναμία μου, δεν μπορώ να το γνωρίζω. Αλλά αυτές ήταν συνειδητές ή μάλλον φυσικές για μένα. Και όχι συγκυριακές.
Δικόςσας, Αϊκ”
Πολλά έχει να θαυμάσει κανείς από το περιεχόμενο αυτής της επιστολής: ευαισθησία, επιχειρηματολογία, μετριοπάθεια, δημοκρατικότητα. Αντί όλων αυτών και ανεξαρτήτως τού αν ο Αϊζενχάουερ υπήρξε ή όχι ένας δυναμικός πρόεδρος, αξίζει να υπογραμμισθεί η διάχυτη παρουσία στην επιστολή της διευθυντικής-τεχνοκρατικής προσέγγισης και η επιχειρηματολογία με καθαρά όρους Μάνατζμεντ. Ειδικότερη μνεία αξίζουν οι ασκήσεις συναισθηματικής νοημοσύνης που αποπνέουν από το κείμενο. Ένα κατεξοχήν managerial κείμενο. Πιο managerial πεθαίνεις.
Υ.Γ.
IKE ANALYZES HIS PRESENTENTIAL STYLE
“Dear Harry:
I plead guilty to the general charge that many people have felt I have been too easy a boss. Respecting this there are one or two things that you might like to think over. (I do not mean to defend, merely to explain).
Except for my first two years as President, during which I enjoyed the benefit of a very skimpy majority in the Congress, I have had to deal with a Congress controlled by the opposition and whose partisan antagonism to the Executive Branch has often been blatantly displayed.
The hope of doing something constructive for the nation, in spite of this kind of opposition, has required the use of methods calculated to attract cooperation even though a natural impulse would have been to lash out at partisan charges and publicity – seeking demagogues.
Another point – the government of the United States has become too big, too complex, and too pervasive in its influence on all our lives for one individual to pretend to direct the details of its important and critical programming.
Competent assistants are mandatory; without them the Executive Branch would bog down. To command the loyalties and dedication and best efforts of capable and outstanding individuals requires patience, understanding, a readiness to delegate, and an acceptance of responsibility for any honest errors – real or apparent – those associates and subordinates might make. Such loyalty from such people cannot be won by shifting responsibility, whining, scolding or demagoguery. Principal subordinates must have confidence that they and their positions are widely respected, and the chief must do his part in assuring that this is so.
Of course I could have been more assertive in making and announcing decisions and initiating programs. I can only say that I adopted and used those methods and manners that seemed to me most effective. (I should add that one of my problems has been to control my temper – a temper that I have had to battle all my life).
Finally, there is the matter of maintaining a respectable image of American life before the world. Among the qualities that the American government must exhibit is dignity. In turn the principal governmental spokesman must strive to display it.
In war and in peace I have had no respect for the desk – pounder, and have despised the loud and slick talker. If my own ideas and practices in this matter have sprung from weakness, I do not know. But they were and are deliberate or, rather, natural to me. They are not accidental.
As ever, Ike”.
* O κ. Κωστούλας είναι τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα. gcostoulas@gmail.com