Advertisement

Η Εικόνα της Παναγίας της Αγκαράθου στα Κύθηρα

-Μια φιλοξενία που διήρκησε τριακόσια χρόνια- Γράφει ο Γαβρίλης Ν. Νικηφοράκης

640

Στην νοτιοανατολική πλευρά του Κάστρου της Χώρας, συγκεκριμένα δε στο πλάτωμα που σχηματίζεται ανάμεσα στο κτήριο του Διοικητηρίου, δηλαδή της κατοικίας, «Παλατιού», του Βενετού Προβλεπτή και μετέπειτα του Άγγλου Τοποτηρητή, και των τειχών, σε επαφή προς τον βόρειο τοίχο του ναού της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας ή Καστρινής, της επί ενετοκρατίας Παναγιάς των Λατίνων,  βρίσκεται ένας μικρότερος ναός, αφιερωμένος στην Παναγία και αυτός,  επονομαζόμενος Παναγία Ορφανή1.

Ο ναός αυτός είναι προγενέστερος αλλά και πολύ χαμηλότερος και στενότερος του όμορου ναού των Λατίνων, εντοπίστηκε δε σ’ αυτόν η ύπαρξη σημαντικών τοιχογραφιών τριών εποχών, οι παλαιότερες των οποίων ανάγονται στον 16ο αιώνα. Ανήκε στην οικογένεια Καλλονά και στο ναό αυτό φιλοξενήθηκε για τριακόσια και πλέον χρόνια η Εικόνα της Παναγίας της Αγκαράθου, εφέστια Εικόνα της ομώνυμης περίφημης Μονής, που βρίσκεται στην περιοχή Πεδιάδος Ηρακλείου Κρήτης, από τους κόλπους της οποίας αναδείχτηκαν μεγάλα εκκλησιαστικά αναστήματα, όπως ο Μελέτιος Πηγάς και ο Κύριλλος Λούκαρις.

Advertisement

Στην εκκλησία της Ορφανής η οποία υπήρξε ενοριακός ναός του Κάστρου με ελάχιστες οικογένειες ενοριτών (κατά βάση των οικογενειών Καλλονά και Παυλίνη και, κατά διαστήματα, των οικογενειών  Σκουλιδά και Βιτσαμάνου), φιλοξενήθηκε, από τη λήξη της Ενετοκρατίας μέχρι το 1807, οπότε εγκαινιάστηκε ως ορθόδοξος ο παρακείμενος ναός της Παναγίας των Λατίνων, η Εικόνα της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας.

Πως βρέθηκε όμως η Εικόνα της Παναγίας της Αγκαράθου στα Κύθηρα και ποια η σχέση της μονής αυτής με το νησί μας;

Η σχέση της μονής με τα Κύθηρα και τους Κυθήριους είναι παλαιότατη και χρονολογείται από τις αρχές του 16ου αιώνα. Το 1504 την ηγουμενεία της μονής αναλαμβάνει ο Κυθήριος Νήφων Νοταράς. Έκτοτε ακολουθούν και άλλοι Κυθήριοι ηγούμενοι μεταξύ των οποίων και οι Γερμανός, Γρηγόριος και Αρσένιος Ευδαιμονογιάννης, μέλη της γνωστής οικογενείας των ηγεμόνων των Κυθήρων. Επίσης, όπως προκύπτει από τις μέχρι στιγμής δημοσιευμένες πράξεις των νοταρίων Εμμανουήλ Κασιμάτη και Δημητρίου Φάναρη, ήδη από τον 16ο αιώνα και άλλοι Κυθήριοι μόνασαν εκεί, όπως ο  παπά Μάρκος Τζάνες  του ποτέ Μανέα, ο οποίος το 1568 σκοπεύει να πάει να γίνει μοναχός «εις μοναστήρι Αγγάραθο, νήσου Κρήτης», αλλά και ο Μακάριος μοναχός, «το κατά κόσμο Μηχάλης Στρατιγος Καρπούσης» ο οποίος το 1588 μόναζε εκεί. Περαιτέρω η μονή, ήδη από τον 16ο αιώνα, διέθετε κτηματική περιουσία στα Κύθηρα, αφού, σε συμβόλαιο πώλησης περιβολιού στα Μητάτα, κατά το έτος 1587, αναφέρεται ότι το πωλούμενο ακίνητο συνορεύει, μεταξύ άλλων, και με περιβόλι της μονής Αγκαράθου. Άλλωστε το ότι η μονή διέθετε περιουσία στα Κύθηρα προκύπτει και από τον αφορισμό που εξαπέλυσε, κατόπιν αιτήματος του ηγουμένου της μονής Μελετίου Καλλονά, στις 12 Νοεμβρίου 1659, ο τότε ευρισκόμενος στα Κύθηρα πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωαννίκιος, εναντίον όποιου κατέχει περιουσιακά στοιχεία της μονής ή γνωρίζει κάτι σχετικά με αυτά και  δεν προσέλθει να το δηλώσει.

Πως όμως έγινε ηγούμενος της μονής Αγκαράθου ο Μελέτιος Καλλονάς και πώς βρέθηκε στα Κύθηρα;

Οι Καλλονάδες ήσαν cittadini του Χάνδακα. Σε έγγραφο, το οποίο προφανώς αποτελεί ανεπικύρωτη μετάφραση στα ελληνικά προγενέστερων βενετικών εγγράφων2, αναφέρεται ότι το έτος 1649 Ε.Ν., ο Αλοΐσιος  Μοντζενίγος, Επίτροπος και Γενικός ναυτικός Αρχηγός απονέμει στον Μελέτιο Καλλονά, ο οποίος διαθέτει «ευσέβειαν ου την τυχούσαν και ζήλον έξοχον»,  «…… τον τίτλον και την περιβολήν Ηγουμένου της ανωτέρω Μονής της Αγαράνθου, μεθ’ όλων των προνομίων, δικαιωμάτων, όρων, υποχρεώσεων και τιμών, αίτινες συνδέονται και αρμόζουσιν εις το αυτό αξίωμα, επί τω όρω όπως επανορθώση αυτήν επί το βέλτιον, οπόται θεία συνάρση ο εχθρός αποσκορακισθή εκ των μερών τούτων και δυνηθή αυτός να αναλάβη την κατοχήν. Με την δήλωσιν, ότι η ηγεμονία της αυτής Μονής, να περιέλθη μετά θάνατον, εις τους απογόνους και διαδόχους αυτού. …».

Επειδή όμως ο εχθρός αντί να αποσκαρακίστει, κατάλαβε, το 1669, ολόκληρη την Κρήτη,  ο Μελέτιος Καλλονάς ουδέποτε μπόρεσε να αναλάβει στην πραγματικότητα την ηγουμενία της μονής. Έτσι, ως ουσιαστικά «ψιλώ τω τίτλω» ηγούμενος της μονής και έχοντας στην κατοχή του μόνο την εφέστια εικόνα της και τα έγγραφα που αναγνωρίζουν αυτόν και τους απογόνους του ηγουμένους της, κατέφυγε με την οικογένειά του, πριν από την πτώση του Χάνδακα, στα Κύθηρα, αναζητώντας την εκεί περιουσία της μονής. Γι’ αυτό και ο αφορισμός του Πατριάρχη Ιωαννίκιου αλλά και η διεκδίκηση, πλην της Ορφανής, και άλλων ναών όπως του Αγίου Βασιλείου στο Μέσα Βούργο και του Αγίου Ελευθερίου στο Μανιτοχώρι.

Στα Κύθηρα η οικογένεια Καλλονά ήρθε και ρίζωσε. Ευθύς αμέσως επεδίωξε, και κατόρθωσε, να αναγνωριστεί και στα Κύθηρα το κοινωνικό staus (cittadini) που κατείχαν στην Κρήτη, κατέλαβαν δε εξέχουσα θέση στην τοπική κοινωνία ιδιαίτερα δε στην ιεραρχία της τοπικής εκκλησίας διατηρώντας παράλληλα άριστες σχέσεις με τους κατακτητές (Βενετούς και Άγγλους). Προς επίρρωση αυτού αναφέρονται τα ακόλουθα: α) Ο Ιωάννης (Τζουάνες) Καλλονάς του πρωτοπαππά Μιχαήλ, νοτάριος το επάγγελμα, διετέλεσε πρωτονοτάριος της Επισκοπής Κυθήρων για σχεδόν πενήντα χρόνια (1677-1725), ήτοι επί αρχιερατείας των Επισκόπων Φιλοθέου Δαρμάρου και Νεκταρίου Βενέρη. β) Ο Επίσκοπος Νεκτάριος Βενέρης, μόλις ανέρχεται στο Θρόνο της Επισκοπής Κυθήρων (1697), σπεύδει να απονείμει το οφίκιο του Μεγάλου Οικονόμου και Επιτρόπου της Επισκοπής Κυθήρων στον Μελέτιο Καλλονά τον Β΄,  τον οποίο αναφέρει ως « … λογιωτατον …. κήρικα του ιερού Ευαγγελίου και Προτοσύγγελον του οικουμενικού θρόνου…. αλλά και ευπρεπός ευεργετούμενον ως δια π(ατ)ριαρχικών και συνοδικών γραμμάτων του οικουμενικού δεσπότου και π(ατ)ριάρχου ημών, ιλαστηρίους ευχάς εις τεθνεότας αναγιγνώσκειν, λύειν τε και σηνχωρείν αυτούς παντός δεσμού και εν τω μετά αρχιερέων συλητουργείν, φωρείν πολισταύριον και επιγονάτιον, όπερ αρχιερεύσιν ίδιον εστίν».  γ) Ο ίδιος Επίσκοπος, το 1703, απονέμει στο ιερομόναχο Μακάριο Καλλονά, ηγούμενο της μονής Αγκαράθου, τη δεύτερη θέση, αμέσως μετά τον πρωτοππαπά, στην ιεραρχία του κλήρου των Κυθήρων  καθώς και όλα τα προνόμια που απολάμβανε ο θείος του Μελέτιος Β΄. δ) Ο Επίσκοπος Κυθήρων Νικηφόρος Μόρμορης (1758-1770), και αυτός αμέσως μετά την ενθρόνισή του, ανανεώνει στο πρόσωπο του παπά Πανάγου Καλλονά τα προνόμια που είχαν απονεμηθεί στον θείο του Μελέτιο τον Γ΄ και αργότερα, το 1765, αναγνωρίζει τον ίδιο ως πρωτόπαππα, κατόπιν εκλογής του στη θέση αυτή από τον Βενετό Προβλεπτή. ε) Ο Μελέτιος Δ΄, πριν αναλάβει την ηγουμενεία, μετά τον θάνατο του πατέρα του παπά Πανάγου, έχει διατελέσει εφημέριος σημαντικών ναών, όπως της Αγίας Άννας, του παλαιού Επισκοπικού ναού του Αγίου Γεωργίου στο Χαλεπάκι, του Παντοκράτορα στο Κάστρο αλλά του  Επισκοπικού ναού του Εσταυρωμένου, φέρων το οφίκιο του  Ιερομνήμονος και στ) Ο τελευταίος ιερωμένος από την οικογένεια Καλλονά, ο Προκόπιος, διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Κυθήρων (1824-1855), σύμφωνα δε με μαρτυρίες οι Άγγλοι τον αποκαλούσαν «το άνθος των Επισκόπων της Ανατολής».

Η σειρά των ηγουμένων της μονής Αγκαράθου/Παναγίας Όρφανης που έζησαν στα Κύθηρα έχει ως εξής: Μελέτιος Α΄, Μελέτιος Β΄, Μακάριος (1677-έχει πεθάνει το 1724), Μελέτιος Γ΄(1682-;), Πανάγος (1730-1785), Μελέτιος Δ΄, κατά κόσμον Ματθαίος, (1752-1803) και Προκόπιος, κατά κόσμον Πανάγος, (1783-1855), ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κυθήρων, όλοι τους μέλη της οικογένειας Καλλονά..

Μετά τον θάνατο του Προκοπίου δεν υπήρξε άλλος ιερωμένος από την οικογένεια Καλλονά. Χήρεψε λοιπόν η ηγουμενία της Αγκαράθου στα Κύθηρα και η  εκκλησία της Ορφανής παρήκμασε. Μάλιστα, ο ιερέας Δανιήλ Βαρυπάτης-Χρυσέας στα «Χρονικά» του,  κατηγορεί τον Προκόπιο ότι πούλησε τα υποστατικά της Ορφανής «χωρίς να αφήσει εις την εκκλησία το παραμικρό».

Το 1883 ο ηγούμενος της μονής στην Κρήτη,  ζήτησε «ίνα αποδοθώσι παρά των Κυρίων Καλονά τα εις την Ιεράν Μονήν ανήκοντα (σημ. συντάκτη: αναφέρεται στην Εικόνα και σε έγγραφα), απέναντι δικαίας τινός αμοιβής….» αίτημα το οποίο, προφανώς, δεν ευοδώθηκε.

Την κάρτα μού την παραχώρησε η Ελένη Χάρου-Κορωναίου.

 

Η οικογένεια Καλλονά εξέλειπε από τα Κύθηρα περί τα τέλη του 19ου αρχές του 20ου αιώνος. Ο ναός της Παναγίας της Ορφανής, συντελούσης και της σταδιακής ερήμωσης του Κάστρου, εγκαταλείφθηκε και έμεινε αλειτούργητος. Οι φορητές εικόνες, τα λειτουργικά σκεύη και τα όποια άλλα κειμήλια του ναού διασκορπίστηκαν. Το κτήριο του ναού ασυντήρητο, εκτός από την φθορά του χρόνου, υπέστη εκτεταμένες καταστροφές από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής.

Η Εικόνα της Παναγίας της Αγκαράθου κατέληξε να φυλάσσεται, μαζί με άλλες φορητές εικόνες από διάφορους ναούς, στο γυναικωνίτη του ναού της Αγίας Άννας στη Χώρα των Κυθήρων. Εκεί εντοπίστηκε και, κατόπιν αιτήματος της αδελφότητας της μονής, αποδόθηκε τελικά σ’ αυτήν στις 20 Ιουνίου 1970, όταν Τοποτηρητής της τότε χηρεύουσας Μητροπόλεως Κυθήρων ήταν ο Μητροπολίτης Γυθείου και Οιτύλου Σωτήριος. Έτσι, αφού φιλοξενήθηκε στα Κύθηρα για περίοδο  τριακοσίων και πλέον ετών, επέστρεψε οριστικά στην Κρήτη, στο Μοναστήρι Της.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. O γράφων είχε διατυπώσει το 1990 την άποψη ότι η προσωνυμία «Ορφανή», όπως αποκαλείται ο ναός από τις αρχές του 18ου αιώνα ως τις μέρες μας, πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι η εκεί φυλασσόμενη εικόνα της Παναγίας της Αγκαράθου είχε αναγκαστικά απομακρυνθεί από τη μονή της στην Κρήτη και έτσι είχε «ορφανέψει». Το 2010, ο Α. Μαζαράκης υποστήριξε, επικαλούμενος αρχειακές μαρτυρίες, ότι η ορθή προσωνυμία τόσο του άνω ναού όσο και του ομώνυμου μονύδριου της περιοχής Μυλοποτάμου είναι «Αρφανή», γιατί αρχικά ανήκαν στην ολιγομελή οικογένεια με το επώνυμο Αρφανός, η παρουσία της οποίας στα Κύθηρα προκύπτει από έγγραφα του 16ου αιώνα. Με την εκδοχή αυτή συντάσσεται  και ο Εμμ. Π. Καλλίγερος.
  2. Το έγγραφο αυτό εντοπίστηκε στο αρχείο του δικηγόρου και βουλευτή Ιερώνυμου Εμμ. Στάη (1861-1944), ο οποίος είχε συγγενικό δεσμό με την οικογένεια Καλλονά. Είναι τετρασέλιδο, μεγέθους κόλας αναφοράς και έχει γραφτεί εξ ολοκλήρου από το ίδιο χέρι με μελάνι μωβ απόχρωσης στο δε άγραφο τμήμα της τέταρτης σελίδας φέρει σημείωση γραμμένη με κοινό μολύβι και από άλλο χέρι « + έγγραφον ιστορικόν Μονής αγαράθου εν Κρήτη 1650».

Βιβλιογραφία.

Παύλος Λαζαρίδης, Μεσαιωνικά και Βυζαντινά μνημεία Κυθήρων, σε Αρχαιολογικό Δελτίο τόμοι 20, 21 & 22.

Νικόλαος Τωμαδάκης, Ο (Αρχι) επίσκοπος Σεβαστείας Ιωσήφ Δόξας ο Ζακύνθιος εν Κρήτη, Κυθήροις και Παροναξία, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμος 42.

Γαβρίλης Ν. Νικηφοράκης, Προσωνυμίες Κυθηραϊκών Ναών, εφ. Κυθηραϊκά, Δεκέμβριος 1990, φ. 33.

Χρύσα Α. Μαλτέζου, Βενετική παρουσία στα Κύθηρα, Αθήνα 1991.

Παναγιώτης Τσιτσίλιας, Η ιστορία των Κυθήρων, τόμος Β΄, Αθήνα 1994.

Απογραφές Πληθυσμού Κυθήρων 18ος αιώνας, Τόμοι Α΄, Β΄ και Γ΄., Αθήνα 1997.

Κυθηραϊκά Τετράδια, Τα χρονικά του Ιερέως Δανιήλ Βαρυπάτη-Χρυσέα, Αθήνα 1998.

Εμμανουήλ Γ. Δρακάκη,  Εμμανουήλ Κασιμάτης νοτάριος Κυθήρων (1560-1582), Αθήνα 1999.

8 12, Ληξιαρχικά βιβλία Κυθήρων Ενορία Εσταυρωμένου Χώρας 1671-1812, Έκδοση Ασπασία Παπαδάκη, Αθήνα 2001.

Εμμ. Π. Καλλίγερος, Κυθηραϊκά Επώνυμα  – Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα 2002.

Ανδρέας Μαζαράκης, Η αδελφότητα της Κοντελετού, Αθήνα 2010.

Δημήτριος Φάναρης Νοτάριος Κυθήρων 1586-1619, Κατάστιχο 1 Τόμος Α΄, εκδίδουν Ελένη Χάρου-Κορωναίου, Εμμανουηλ Γ. Δρακάκης, Αθήνα 2010.

Κώδικας Επισκόπου Νεκταρίου Βενέρη Ιεράς Επισκοπής Κυθήρων (1697-1729), έκδοση Χριστίνα Κολοβού, Αθήνα 2011.

Ιερός Κώδιξ του Πανιερωτάτου και Λογιωτάτου κυρίου Νικηφόρου Μόρμορη Επισκόπου Κυθήρων (1758-1770), Μεταγραφή κειμένου – Επιμέλεια έκδοσης – Εισαγωγή Ελένη Χάρου-Κορωναίου, Αθήνα 2020.

Ε.Π.Καλλίγερος , Γιατί το λέμε έτσι, εφ. Κυθηραϊκά, Οκτώβριος 2020, φ. 361.

Μαρία Γ. Πατραμάνη, Οι Βενέρηδες Μακάριος και Νεκτάριος, Επίσκοποι Κυθήρων στη δίνη δύο βενετοτουρκικών πολέμων (17ος-18ος αι.), σε Τιμητικό τόμο της Εταιρείας Κυθηραϊκών Μελετών για τον Καθηγητή Νίκο Πετρόχειλο, 2021.


ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ ΜΑΡΤΙΟΥ 2022

 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο