Advertisement

Για θυμηθείτε πριν από επτά-οκτώ χρόνια…

Ημασταν διαρκώς χωρισμένοι σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σε απελευθερωτές και σε Γερμανοτσολιάδες, σε Νενέκους και περήφανους πατριώτες, σε Τσιπρικούς και Σαμαροβενιζέλους, σε ευρωλάγνους και δραχμιστές, σε οπαδούς του «ΟΧΙ» και σε «Μενουμευρώπηδες», σε «φέρτε πίσω τα κλεμμένα» και σε «όλοι μαζί τα φάγαμε» | Δημήτρης Ευθυμάκης

372

Θυμάστε τα χριστουγεννιάτικα και τα πρωτοχρονιάτικα τραπέζια πριν από επτά-οκτώ χρόνια; Τα θυμάστε φυσικά, ξεχνιούνται αυτά τα σημαδιακά, τα χολεριασμένα χρόνια; Κατ’ αρχάς, φέρνετε στο μυαλό σας τον πλούτο ή τη φτώχεια του ίδιου του τραπεζιού γύρω από το οποίο καθόμασταν; Ισως όχι, αλλά σας βεβαιώνω ότι ήταν πολύ πιο λιτό από το φετινό, λιγότερο πολυάνθρωπο, διόλου εξεζητημένο ως προς τα φαγητά και τα ποτά. Μια αχλή μιζέριας, λιτότητας, συλλογικής ήττας, και αδιέξοδης οργής πλανιόταν στην τότε γιορτινή ατμόσφαιρα, εξ ου και καθόλου γιορτινή δεν λογιζόταν.

Ηταν τα χρόνια που έτσι και τολμούσε κανένας δήμος να βάλει φωτάκια στα παρτέρια, κατσάδιαζαν τον δήμαρχό του ως ανάλγητο, που αντί να κάνει συσσίτια, τολμούσε να γιορτάζει. Αν κανένας νοικοκύρης στόλιζε το μπαλκόνι του με λαμπιόνια, οι γείτονες τον έβριζαν ως μνημονιακό κι όποιος έμπαινε σε πρακτορείο ταξιδιών για εισιτήριο έλεγαν «πάει για να βγάλει τα λεφτά του έξω». Ηταν οι καιροί που τα σκουπίδια της Αττικής είχαν μειωθεί κατά 40% και οι δρόμοι της ήταν άδειοι αφού είχαν κατατεθεί στο υπουργείο πάνω από ένα εκατομμύριο πινακίδες οχημάτων.

Advertisement

Στο τραπέζι που καθόμασταν, αν καθόμασταν, η συζήτηση ήταν πρωτίστως οικονομική. Περικοπές μισθών, κουτσούρεμα συντάξεων, ανεργίες, μεταναστεύσεις νέων μορφωμένων παιδιών, φαλιρίσματα επιχειρήσεων, λουκέτα μαγαζιών, απλήρωτα δάνεια, απειλές εισπρακτικών, πλειστηριασμοί κατοικιών, απλωμένα χέρια σε ελεήμονες που μοίραζαν πατάτες και μακαρόνια, συσσίτια, φώτα που δεν άναβαν στους δρόμους γιατί δεν υπήρχαν λάμπες, ξεβαμμένες προσόψεις, ερημωμένα κέντρα πόλεων.

Και αφού περιγράφαμε την οικονομική τραγωδία μας, ξεσπούσαμε στην πολιτική συζήτηση. Ημασταν διαρκώς χωρισμένοι σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σε απελευθερωτές και σε Γερμανοτσολιάδες, σε Νενέκους και περήφανους πατριώτες, σε Τσιπρικούς και Σαμαροβενιζέλους, σε ευρωλάγνους και δραχμιστές, σε οπαδούς του «ΟΧΙ» και σε «Μενουμευρώπηδες», σε «φέρτε πίσω τα κλεμμένα» και σε «όλοι μαζί τα φάγαμε», σε τιμωρούς και σε άξιους της χειρότερης τιμωρίας. Ξεκινούσαν τα πρωτοχρονιάτικα τραπέζια χειραψίες και «χρόνια πολλά», για να καταλήξουν με φωνές, κατάρες, προσβολές, μούντζες και βλαστήμιες.

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Μπορεί να μοιάζουν όλα τούτα πολύ μακρινά, έναν αιώνα πίσω και βάλε, αλλά συνέβαιναν πριν από μόλις δέκα ή και οκτώ χρόνια. Εκείνη η πολιτική, οικονομική και κοινωνική κόλαση που μας βασάνισε, μας σφράγισε, μας δίχασε, απέχει μόλις ένα ιστορικό τσιγάρο δρόμο από το σημερινό 2024. Σχεδόν ακούμε ακόμα την τρομακτική βουή της, έχουμε ακόμα στα ρουθούνια μας το διαβολικό θειάφι της που κόντεψε να μας κάψει ολοκληρωτικά.

Στο τσακ τη γλιτώσαμε τότε. Γι’ αυτό και φέτος, όταν στο μαγαζί που βρισκόταν στη μία πλευρά της κατάφωτης πλατείας, γύρω από το γεμάτο γιορτινό τραπέζι μας και υπό τους ήχους μιας μπάντας που περνούσε στον δρόμο, άκουσα την παρέα μου να διαφωνεί για το αν τα ομόφυλα ζευγάρια πρέπει ή όχι να έχουν παιδιά, αλήθεια σας το λέω, ένιωσα μέσα μου ήρεμος και χαρούμενος. Γιατί ήμουν σίγουρος ότι είμαστε παρέα πάλι, σε μια πόλη λαμπερή πλέον και σε μια χώρα που δεν τρώει πια τις σάρκες της και με έναν ορίζοντα καθαρό μπροστά μας.

 

 

 

Πηγή Protagon
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο