Advertisement

Επιδημίες στα Κύθηρα. Μία σύντομη αναδρομή με την ευκαιρία της εμφάνισης του κορωνοϊού.

του Ε.Π.Καλλίγερου

1.133

Με την επιδημία του κορωνοϊού που επέπεσε στον πλανήτη και όλα τα επακόλουθα που έχει στις ζωές όλων, επόμενο ήταν να φουντώσει η συνομωσιολογία, η οποία εμφανίζεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις.

Όμως, όσον αφορά τα Κύθηρα, τι λέει η ιστορία σχετικά με τις επιδημίες; Κάποτε οι επιδημίες, οι κάθε λογής ασθένειες και οι πρόωροι θάνατοι ήταν τόσο συνηθισμένα πράγματα, ώστε έφθαναν να ξεκληρίζονται πολύτεκνες οικογένειες. Η παιδική θνησιμότητα ήταν έντονη, οι παιδικές αρρώστιες πολλές και συχνές, οι γιατροί σπάνιζαν, τα φάρμακα επίσης, εμβόλια δεν είχαν βρεθεί κι ο κόσμος είχε τη μόνη του ελπίδα στο Θεό και τους αγίους. Η πίστη οδηγούσε  πολλούς να χτίζουν μικρούς ναούς ή να αφιερώνουν μέρος των περιουσιών τους σε άλλους. Μερικοί συγκροτούσαν αδελφάτα για να χτίσουν ή να συντηρούν εκκλησίες ελπίζοντας στην εξ Ύψους βοήθεια ή στη σωτηρία της ψυχής τους. Ίσως και για το λόγο αυτό τα Κύθηρα, ένα κατ’ εξοχήν άγονο νησί με συνεχή ολιγανθρωπία, είχε τόσο πολλούς ναούς, δυσανάλογα μάλιστα πολλούς σε σχέση με τον πληθυσμό τους, ο οποίος, με την εξαίρεση λίγων δεκαετιών επί αγγλοκρατίας, σπάνια υπερέβαινε τις 3-4 χιλιάδες άτομα. Αν διαβάσει κανείς λίγα μόνο από τα συμβόλαια, τις διαθήκες και τις ληξιαρχικές πράξεις που απόκεινται στο Ιστορικό Αρχείο Κυθήρων θα συναντήσει εκατοντάδες περιπτώσεις παιδιών που πεθαίνουν από ευλογιά, μία μάστιγα της εποχής και τους ανθρώπους να συντάσσουν τις διαθήκες τους σε ηλικία που σήμερα μας δημιουργεί απορίες, τότε όμως ο μέσος όρος ζωής ήταν κοντά στα 40. Ακόμη και το 19ο αι. έχουμε ανθρώπους να έχουν κάνει δύο (!) γάμους στα 22 τους χρόνια! Πόσο όμως επηρέαζε τη ζωή τους μία επιδημία; Ποία μέτρα λάμβαναν; Τι επιδημίες είχαμε; Πάνω σε αυτό το θέμα έχουμε λίγες, αλλά σημαντικές εργασίες, με πλέον πλήρη αυτήν της ερευνήτριας κυρίας Μαρίας Πατραμάνη με τίτλο «Λιμοί και λοιμοί στα Κύθηρα, Η στάση των βενετικών αρχών και του πληθυσμού (16ος-18ος αι.) εις τον τόμο ΑΝΘΗ ΧΑΡΙΤΩΝ Του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας, 1998.

Advertisement

Στο εξαίρετο από κάθε πλευρά αυτό άρθρο, το οποίο φυσικά δεν είναι δυνατόν να παραθέσουμε εδώ, η συγγραφέας αντιμετωπίζει τόσο την πείνα (λιμό), όσο και τις επιδημίες (λοιμούς) που ενέσκηψαν στα Κύθηρα κατά τους δύο περίπου αιώνες που διερευνώνται σε έγγραφα του Ι.Α.Κ. Στη συνέχεια θα αναφέρουμε ενδεικτικά λίγα πράγματα για τις επιδημίες που αναφέρονται στην εργασία αυτή. Δυστυχώς για το μεγάλο θανατικό από την πανώλη που αποδεκάτισε τον Ευρωπαϊκό πληθυσμό το 14ο αι., δεν υπάρχουν στοιχεία για τα Κύθηρα, καθώς τα έγγραφα στο Ι.Α.Κ. ξεκινούν από τα μέσα περίπου του 16ου αι., καθώς τα προηγούμενα έχουν καταστραφεί. Τότε, η βουβωνική πανώλη, η οποία ενοχοποιείται για το θανατικό, είχε ενσκήψει το 1349 και σε σύντομο χρόνο αφάνισε το 1/3 του ευρωπαϊκού πληθυσμού, δηλαδή κάπου 20 εκ ανθρώπους. Μέσα σε δύο χρόνια άλλαξε όλη η Ευρώπη, καθώς δεν υπήρχαν εργατικά χέρια και η γη έμεινε ακαλλιέργητη, ενώ εκτοξεύθηκε η βία και η εγκληματικότητα, ακολούθησε αρπαγή των περιουσιών όσων πέθαιναν ακόμη και από ιερείς και την εκκλησία και γενικά άλλαξε ο χάρτης της εποχής. Για παράδειγμα και μόνον αναφέρεται ότι στη Βενετία στην έξαρση του θανατικού, είχαν 500 θανάτους την ημέρα, ενώ σχετικά ανώδυνα πέρασε την επιδημία το Μιλάνο, επειδή ο εκεί αρχιεπίσκοπος Βισκόντι έδωσε εντολή να καούν οι οικίες των πανωλοβλήτων, που είχαν αποβιώσει! (Την εποχή εκείνη στα σπίτια ιδίως των κατωτέρων στρωμάτων κοιμούνταν όλοι σε ένα δωμάτιο, έτρωγαν από τα ίδια σκεύη και, όταν πέθαινε κάποιος, οι υπόλοιποι χρησιμοποιούσαν τα ρούχα του, όπως και τα κλινοσκεπάσματα, τα οποία ήταν και πολύτιμη προίκα!). Για την πανώλη του 14ου αι. οι επιστήμονες πιστεύουν σήμερα ότι ξεκίνησε από την Κίνα και μεταφέρθηκε γρήγορα με τους ψύλλους, που προσέβαλαν αρουραίους και από αυτούς, με τα πλοία, έφθασε στην Ευρώπη περνώντας από τα εδάφη και του Βυζαντίου!

Όσον αφορά τα Κύθηρα, βάσει των εγγράφων που αναφέρει η κυρία Πατραμάνη, κατά τα χρόνια που ερευνά είχαμε τρεις σημαντικές επιδημίες. Η πρώτη αναφέρεται το έτος 1647 και έπληξε κυρίως τη Χώρα (Βούργο) και το Λειβάδι, είχαμε όμως περιστατικά σε όλο το νησί. Δεν έχουμε εδώ αναφορές σε ονόματα πασχόντων και σε αριθμό θυμάτων. Αντίθετα, στο λεγόμενο μεγάλο λοιμό, που έπληξε την Κρήτη, τη Ζάκυνθο, το Μυστρά και τη Χίο το 1690, είχαμε πολλά θύματα και στα Κύθηρα. Εδώ όμως οι βενετικές αρχές ήταν πλέον προετοιμασμένες, καθώς είχαν εμπειρία από επιδημία στην Πελοπόννησο το 1687-8. Αμέσως οι αρχές έθεσαν σε πλήρη απομόνωση τα σπίτια στο Κάστρο και στα χωριά για 50 ημέρες και χώρισαν τους ασθενείς σε τρείς κατηγορίες: α)πανωλόβλητους, β) όσους είχαν συναναστραφεί με πανωλόβλητους και γ) σε όσους δεν είχαν νοσήσει  και δεν είχαν έρθει σε επαφή με αρρώστους. Τότε είχαν καταγραφεί συνολικά 196 οικήματα στη Χώρα από τα οποία 72 ανήκαν σε υπόπτους και 124 ανήκαν σε περιπτώσεις χωρίς θύματα. Ενδιαφέρον έχει ότι αναφέρονται ονομαστικά 81 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε θεραπεία. Οι ασθενείς οδηγούνταν στο Λοιμοκαθαρτήριο και νοσηλεύονταν στον ξενώνα του καθολικού μοναστηριού του Αγίου Μαρτίνου στο Βούργο (σημερινός Άγιος Μηνάς στη Χώρα). Ανάμεσα στα άτομα που αναφέρει η συγγραφέας έχει ενδιαφέρον η περίπτωση του Θοδωρή Μπελέση νόθου του Ιερωνύμου Μπελέση, ο οποίος είχε σχετισθεί με ασθενείς, προσεβλήθη και νοσηλεύθηκε για 18 ημέρες στον Άγιο Μαρτίνο με ανοιχτή πληγή. Τότε το θανατικό πέρασε σχετικά γρήγορα, αφού τον Αύγουστο του 1690 οι αρχές θεώρησαν ότι το κακό είχε περάσει και αυτό το απέδωσαν στην Παναγία των Μυρτιδίων και στους αγίους Θεόδωρο (άγιο προστάτη των Κυθήρων) και Ρόκκο (δυτικό άγιο, προστάτη των πανωλόβλητων). Για την επιδημία αυτήν έχουν διασωθεί και ονομαστικοί κατάλογοι ανά κατηγορία, από τους οποίους προκύπτει ότι η πανώλη δεν έκανε διακρίσεις ανάμεσα σε άρχοντες και χωρικούς, καθώς είχαμε θύματα και από τις δύο κατηγορίες. Στην  πρώτη κατηγορία, όσων είχαν προσβληθεί και ήταν υπό παρακολούθηση αναφέρονται 81 άτομα, στη δεύτερη αυτών που θεραπεύτηκαν ήταν 28 άτομα και στην τρίτη, αυτών που είχαν έλθει σε επαφή με αρρώστους 11 άτομα. Ακόμη υπάρχουν κατάλογοι με τις οικογένειες όσων είχαν νεκρούς, όσων δεν είχαν απώλειες και όσων είχαν εκκενωθεί τα σπίτια.  (Αναφέρουμε ενδεικτικά τις οικογένειες πανωλοβλήτων ευγενών, Στάη, Ρικάρντι, Καλούτση, Λεβούνη, Σαγιάνου, Μπαρμπαρίγου και των ποπολάρων, Λάτζου (=Σωτήρχου), Κυριάκη, Κατελούζου, Βρανά (=Καλλίγερου), Μελετίου, Γορδοβανά, Σκουλάντρη κ.α.)

Μία παρόμοια επιδημία, αλλά μικρότερης εξάπλωσης είχαμε στο νησί το 1719 ένα έτος που είχαμε επιδημία σε πολλά μέρη της ηπειρωτικής και υπόδουλης στους Τούρκους Ελλάδας από τη Θεσσαλονίκη έως την Πελοπόννησο. Στα Κύθηρα τα κρούσματα εμφανίστηκαν, όπως μαρτυρούν διαθήκες, στα Τριφυλλιάνια και τα Κουμεσιάνικα, συνοικισμός κοντά στα Μελιτιάνικα. Οι βενετικές αρχές έλαβαν όλα τα μέτρα με αποτέλεσμα σε τρείς μήνες να υπάρχει ύφεση της νόσου και να έχει εξαλειφθεί πλήρως την άνοιξη του 1720. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι οι αρχές έκαναν απογραφή, πιθανότητα για να διαπιστώσουν τις απώλειες στον πληθυσμό, ο οποίος ανέρχεται συνολικά, μετά την εξάλειψη της επιδημίας, στα 4.673 άτομα.

Η εικόνα των αγίων Θεοδώρου (Κυθήρων) και Ρόκκου με τους δύο αγίους, Ορθόδοξο και Καθολικό, να προστατεύουν το νησί των Κυθήρων από τις επιδημίες, όπως δημοσιεύεται στην αναφερόμενη μελέτη της κυρίας Πατραμάνη και προέρχεται από αντίστοιχη μελέτη της κυρίας Ελένης Γκίνη-Τσοφοπούλου με τίτλο «Σχόλια σε εικόνα από ναό του Κάστρου της Χώρας Κυθήρων» στο Αρχαιολογικό Δελτίο, τ. 44-46, Αθήνα, 1996. (Σήμερα η εικόνα βρίσκεται στο ναό του Εσταυρωμένου στη Χώρα)

Αν θελήσουμε να «ερμηνεύσουμε» τις εγγραφές στις πηγές που αναφέρει η κυρία Πατραμάνη οι τρεις αναφερόμενοι λοιμοί δεν επέφεραν, πέραν ασφαλώς του μεγάλου πανικού, μεγάλο αριθμό θανάτων με πλέον επικίνδυνη επιδημία αυτήν του 1690. Ασφαλώς αυτό δεν οφείλεται μόνον στα μέτρα που έλαβαν οι βενετικές αρχές του τόπου αλλά, ενδεχομένως, στην όχι τόσο  οξεία διαδρομή των επιδημιών αυτών, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για τον ακριβή αριθμό των θανάτων. Όμως ο τρόμος που προξενούσε στους απλούς ανθρώπους της εποχής η εμφάνιση επιδημιών μπορεί να αποτυπωθεί ακόμη και στις παραδόσεις των κατοίκων. Μία από αυτές αναφέρεται π.χ. στην εμφάνιση τριών αγνώστων γυναικών στο Κατούνι, οι οποίες, απαντώντας σε ερώτηση τι ψάχνουν εκεί, απάντησαν ότι πήγαν να θερίσουν, αλλά δεν τις άφησαν ο Αντώνης ο Ψαρογένης, η Ειρήνη η Κοκκίνα και η Μαρία η Μαυρομούρα. Η λαϊκή παράδοση ήθελε τις τρεις άγνωστες να είναι οι αρρώστιες που έτρεμαν οι παλαιοί άνθρωποι, γιατί ήταν οι πλέον θανατηφόρες, δηλαδή η ευλογιά, η πανούκλα και η χολέρα και τις έδιωξαν από το χωριό οι τρεις άγιοι, που οι ναοί τους βρίσκονταν εκεί, Αντώνιος, Ειρήνη και η Παναγία Μυρτιδιώτισσα, που ονομαζόταν από τον λαό «Μαυρομούρα» λόγω του μελανού προσώπου στην εικόνα, που οφείλεται στην διάβρωση από την πολύχρονη παραμονή της  στο χώμα κάτω από τη μυρτιά που βρέθηκε.

Σημείωση: Το άρθρο αυτό είχε ετοιμασθεί για δημοσίευση στην έντυπη έκδοση, για να δημοσιευθεί στο φ. Απριλίου, αλλά κρίθηκε σκόπιμο, λόγω της ραγδαίας εξέλιξης της επιδημίας, να προηγηθεί εδώ.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο