Advertisement

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ του Χαράλαμπου Γεωργά (ΜΕΡΟΣ Β΄)

Γράφει ο Κοσμάς Μεγαλοκονόμος

745

Ο  κ. Χαράλαμπος Γεωργάς μου αφηγήθηκε και εγώ κατέγραψα. Οι παιδικές αναμνήσεις, αποτελούν ανόθευτες ιστορικές μαρτυρίες. Συνεχίζουμε και τελειώνουμε με το δεύτερο μέρος των αναμνήσεών του από την Κατοχή, με επίκεντρο την Αγία Πελαγία και τον Καραβά. «Πάνω από το σημερινό Σούπερ Μάρκετ, «Καψάνης», οι Ιταλοί είχαν εγκαταστήσει ιατρεία. Η είσοδος γινόταν από σκαλάκια που υπήρχαν στο διπλανό στενό. Κάθε τόσο ο πατέρας μου, Γεώργιος, λόγω στομαχικών ενοχλήσεων επισκεπτόταν τα ιατρεία. Κάποτε και εγώ, που μου είχαν κόψει άσχημα το χέρι με ένα κασμά, βρέθηκα σε αυτά τα ιατρεία. Ο Γιατρός, Κάρολο Ντονιέλι τον έλεγαν, ήθελε να μου ράψει το χέρι, μα εγώ επαναστάτησα. Τελικά μου το έδεσε όσο μπορούσε καλύτερα και αποφάνθηκε πως παρόλο που το κόψιμο ήταν σχεδόν ολοκληρωτικό και μόνο το δέρμα κράταγε, λόγω της μικρής ηλικίας μου «θα έπιανε» και θα σωζόταν ακέραιο το χέρι μου. Έτσι και έγινε. Ο Γιατρός και ο πατέρας μου έγιναν φίλοι. Σαν αποσύρθηκε η Ιταλία από τον πόλεμο είπε ο Κάρολος στον πατέρα μου. «Γιώργο κανόνισε να με σώσεις. Οι Γερμανοί δεν θα μας αφήσουν να φύγουμε. Θα μας πετσοκόψουν». Ο Κάρολος εγκαταστάθηκε σε ένα δωμάτιο του μικρού μας σπιτιού στην Παναγία τη Δέσποινα, στο Βουνό και εκεί κρυβόταν. Σε εκείνο το δωμάτιο υπήρχαν πολλά βιβλία, ολόκληρη βιβλιοθήκη, που είχε φέρει από την Αμερική ο αδελφός του πατέρα μου, ο θείος μου Γεράσιμος που είχε σπουδάσει Φυσίατρος. Σε αυτό το δωμάτιο κρυμμένος και με τα βιβλία του Γεράσιμου συντροφιά, πέρασε μεγάλο διάστημα ο Κάρολος, μέχρι που έφυγαν από το νησί οι εκδικητικοί Γερμανοί. Έτσι σώθηκε ο Γιατρός. Ξεθάρρεψε με τον καιρό και αναδείχθηκε ο Γιατρός της περιοχής, φτάνοντας η δραστηριότητά του μέχρι τον Ποταμό. Πέρασαν κάμποσα χρόνια και το 1948 ο Κάρολος έφυγε για την Ιταλία. Από κει αλληλογραφούσε με τον φίλο του, τον πατέρα μου δηλαδή. Εκτός από ευχαριστίες για τη σωτηρία του, ανέφερε ότι την πατρίδα του τη Μπολόνια δεν τη γνώρισε, γιατί τη βρήκε ερειπωμένη. Μια πόλη «φάντασμα». Ο αδελφός του, που ήταν Μελανοχίτωνας, είχε σκοτωθεί. Δύο γράμματα του Γιατρού Κάρολου Ντονιέλι σώζονται μέχρι σήμερα. Έστελνε και φάρμακα, κυρίως κινίνο για κάποιον θείο μου που έπασχε από ελονοσία. Το 2003, λίγα χρόνια πριν πεθάνει ο Καπετάν Γιώργος Μένεγας, ο πατέρας μου, να σου ο Γιατρός με τη γυναίκα του στην Αγία Πελαγία. Κρατούσε μια μεγάλη τούρτα όταν χτύπησε την πόρτα του σωτήρα του. Δυο φίλοι που τους έσμιξε του πόλεμου η μπόρα, ξανάσμιξαν μετά από χρόνια. Τίποτα δεν είχαν ξεχάσει. Μα τώρα δεν ζουν. Εγώ, το «πίκολο» όπως με έλεγε τότε, τα θυμάται και τα ιστορώ.

Ο Ιταλός Γιατρός Κάρολος Ντονιέλι

Advertisement

Ο θείος μου ο Γεράσιμος, που πριν τον πόλεμο  πηγαινοερχόταν στην Αμερική, εκτός από τα πολλά βιβλία είχε φέρει και ένα ραδιόφωνο RCA της δεκαετία του 1920, με λυχνίες βεβαίως, μα παγκόσμιας λήψης. Είχε φέρει και μια μικρή ανεμογεννήτρια και με αυτή είχε φτιάξει μια μικρή ηλεκτρική εγκατάσταση. (Σ. Σ. Με ανεμογεννήτριες φόρτιζαν εκείνη την εποχή τις μπαταρίες των ραδιοφώνων και των αυτοκινήτων, στα χωριά που δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα). Εκείνο το ραδιόφωνο έγινε το κέντρο πληροφόρησης στην περιοχή του Καραβά τα χρόνια της Κατοχής. Έρχονταν μες στο σκοτάδι έντεκα και δώδεκα το βράδυ άνθρωποι γνωστοί μου και άγνωστοι, κλειδώνονταν στο δωμάτιο με το ραδιόφωνο και άκουγαν πως πάει ο πόλεμος από τον σταθμό του Καΐρου και τo BBC του Λονδίνου. Έφευγαν κατά τις δύο τη νύχτα για να ξανάρθουν την άλλη μέρα. Τελικά και αυτό το ραδιόφωνο, μαζί με όλα τα άλλα, το κατάσχεσαν οι Ιταλοί, σφραγίστηκε και φυλάχτηκε στο Ταχυδρομείο του Ποταμού. Έμεινε εκεί πολλά χρόνια σε ένα τσουβάλι μέσα και από εκεί το παρέλαβα, γιατί ήθελα να το βλέπω, μιας και το είχα συνδυάσει με εκείνα τα χρόνια. Αντικατέστησα τις λυχνίες με τρανζίστορ και το έχω ακόμα. Ένα παράξενο ραδιόφωνο με στρογγυλό καντράν.

 

Τότε κυκλοφορούσε η φήμη πως κάποιος Έλληνας έδινε πληροφορίες, για τους κατακτητές, στους Συμμάχους και στο ΕΑΜ. Μια ή δύο φορές τον είχα δει κι εγώ. Ήταν κοντούλης, συνεσταλμένος, σαν αδιάφορος, φορούσε ρεπούμπλικα και εμφανιζόταν να έρχεται από το Φανάρι και μέσω Καραβά και Παναγίας Δέσποινας κατηφόριζε στην Αγία Πελαγία. Συνέλεγε ό,τι μπορούσε και έφευγε. Ίσως ερχόταν από απέναντι με κάποιο βαρκάκι και με το βαρκάκι έφευγε. Κάποιος από τον Καραβά αποτελούσε  την άλλη όψη του πολέμου. Θεωρείτο συνεργάτης των Γερμανών. Δεν ήταν Κυθηραϊκής καταγωγής. Είχε κυκλοφορήσει πως κάρφωνε και τον πρόσεχαν όλοι. Τον πατέρα μου και άλλους τους είχαν επιτάξει να επιβλέπουν τις τηλεφωνικές γραμμές, να μην κόβονται και λοιπά, μα εκείνοι όποτε μπορούσαν έκαναν μικροσαμποτάζ. Φοβόντουσαν μην το μάθει αυτός και τους καρφώσει, γι’ αυτό όσο μπορούσαν τον απομόνωναν. Μα η ζωή έχει και άλλες όψεις. Μέσα στην αντάρα και το κακό υπήρξαν και ερωτικές σκηνές. Ένας κοντόσωμος Ιταλός που λεγότανε Ρενάτο πηγαινοερχότανε από την Αγία Πελαγία στα Διακοπουλιάνιακα  που ζούσε μια πολύ όμορφη κοπέλα και την είχε ερωτευτεί. Τον είχα δει να ανεβαίνει σαν σίφουνας το Λινοβροχείο και να κατεβαίνει μετά από λίγο, γιατί προφανώς ήταν λίγη η άδειά του. Είχε πρόθεση να την παντρευτεί. Μα μετά χάθηκε. Ποιος ξέρει αν επέζησε.

 

Ανήμερα τη γιορτή της Αγίας Πατρικίας ανατινάχτηκε η παλιά εκκλησία της Αγίας Πελαγίας. Εγώ ήμουν μέσα στο ναό της Αγίας Πατρικίας που γινόταν η λειτουργία. Σαν ακούστηκε ο φοβερός κρότος της έκρηξης και πριν βγουν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε, ακούστηκαν κλάματα, υπήρξε αναστάτωση και μια γυναίκα κραύγαζε. Λέγαν πως ήταν η γυναίκα του Βαρβάκη (Νίκου Σουρή). Φαίνεται πως ήξερε από τον άντρα της το εγχείρημα που εκείνη την ώρα λάμβανε χώρα και πως ο ίδιος ήταν ο πρωταγωνιστής. Η αφαίρεση, δηλαδή, της γόμωσης από την εγκαταλελειμμένη βόμβα του γερμανικού αεροπλάνου, που βρισκόταν στην παραλία κοντά στην εκκλησία της τότε Αγίας Πελαγίας. Ο Τζωρτζόπουλος ο Νίκος (ο  Γεωργούλιας) που φίλαγε τσίλιες, μου είπε τι έγινε. Στο άνοιγμα της βόμβας συμμετείχαν 5 με 6 άτομα. Εκείνο το πρωί πήγαν τρία, τέσσερα κοριτσόπουλα από την Αγία Πελαγία να ανάψουν τα καντήλια της εκκλησίας. Οι τσιλιαδόροι έδιωξαν τις κοπέλες. Όμως αυτοί που άνοιγαν και άδειαζαν τη βόμβα και ήταν μέσα στην εκκλησία, θορυβήθηκαν από το γεγονός. Φοβήθηκαν μη και ειδοποιηθούν οι Ιταλοί που γυρόφερναν στην Αγία Πελαγία και γι’ αυτό τάχυναν τον ρυθμό τους, να τελειώσουν μια ώρα πιο γρήγορα. Έτσι φαίνεται πως από κάποιο καλέμι δημιουργήθηκε σπινθήρας που προκάλεσε την έκρηξη και το κακό. Διαμελίστηκαν οι δύο που βρίσκονταν μέσα και εκτινάχτηκαν περί τα 30 μέτρα μακριά. Τους περισυνέλλεξαν, τους έβαλαν σε κοφίνια και τους πήγαν στον Καραβά. Δυστυχώς έτσι έγινε.

Υπαξιωματικός Γερμανός
με φόντο την Αγία Πελαγία

Πιο μεγάλος, κάθε τι από εκείνη την εποχή που θεώρησα πως είχε κάποια αξία, το περιμάζεψα. Έτσι έσωσα κάποια βιβλία του θείου Γεράσιμου, μα και κάποια παγούρια και καραβάνες των Ιταλών, κάλυκες, μια χειροβομβίδα, μέχρι και τιράντες Γερμανικές. Τις τιράντες τις έφερε ο πατέρας μου από το πλιάτσικο που έγινε σε καΐκι φορτωμένο με τρόφιμα και ιματισμό και που το βύθισε Αγγλικό αεροπλάνο στο λιμάνι του Αβλέμονα, πριν φτάσει στην Κρήτη που ήταν ο προορισμός του. Ο πατέρας μου είχε φέρει και λίγο στάρι που δεν τρωγόταν, γιατί είχε εμποτιστεί με πετρέλαιο, καθώς και δύο μπομπίνες με θαυμάσια χακί κλωστή. Όταν έγινε η συνθηκολόγηση των Ιταλών αυτοί έφυγαν κακήν κακώς. Οι Γερμανοί δεν σεβαστήκανε τίποτα. Όποιον Ιταλό έβρισκαν τον σκότωναν. Όπου φύγει, φύγει, λοιπόν, με βάρκες και καΐκια για την Πελοπόννησο, από τη μεριά του Φαναριού. Μα οι Γερμανοί τους έριχναν με τα πολυβόλα από τα Κύθηρα. Ήθελαν και την τελευταία στιγμή να τους εκδικηθούν, που εγκατέλειψαν τη συμμαχία τους. Ήμουν στην Παναγία τη Δέσποινα ένα βράδυ που ακούστηκαν εκρήξεις και πυροβολισμοί να έρχονται από την Αγία Πελαγία. Ήμουν μικρός και δεν κατάλαβα τι έγινε, μα θυμάμαι πως το γεγονός σχετιζόταν με τη δράση των ανταρτών». (Σ.Σ. Προφανώς ο κ. Γεωργάς επιβεβαιώνει την άφιξη και την ολιγόωρη παραμονή στην Αγία Πελαγία ανδρών της οργάνωσης «Χ», που ήθελαν να αμφισβητήσουν τον ΕΛΑΣ. Την αποβίβασή τους στην Αγία Πελαγία και τη ρίψη βολών στον αέρα, ίσως και όλμων, την περιγράφουν αυτόπτες μάρτυρες, αναφέροντας πως προκλήθηκε πανικός σε κατοίκους και παραθεριστές, που έσπευσαν να απομακρυνθούν μέσω του λαγκαδιού που καταλήγει δίπλα στον σημερινό Ναό).

 

Ο αγαπητός και θαλερός  κ. Χαράλαμπος Γεωργάς μας διηγήθηκε με γλαφυρό και ζωντανό τρόπο γεγονότα των παιδικών του χρόνων. Ανόθευτες ιστορικές μαρτυρίες. Του οφείλουμε ευχαριστίες, μα και την ευχή να μακροημερεύσει, να θυμάται και να μας λέει.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ ΜΑΪΟΥ 2022

 

 

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ του Χαράλαμπου Γεωργά (ΜΕΡΟΣ Α΄)

  

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο