Advertisement

Νικόλαος Κασάπης. Ο ιατροφιλόσοφος των παιδικών μας χρόνων

Γράφει η Ελένη Χάρου - Κορωναίου

1.963

Μια από τις σεμνότερες και ευγενέστερες φιγούρες των παιδικών μας χρόνων ήταν ο γιατρός Νικόλαος Κασάπης. Τον θυμόμαστε στη Χώρα γέροντα καλοστεκούμενο σε ένα μικρό σπιτάκι, που έλαμπε από πάστρα και αρχοντιά. Όταν μικρά παιδιά πηγαίναμε για τα κάλαντα, ή μασκαρεμένα τις απόκριες, μας εντυπωσίαζαν τα όμορφα ανατολίτικα χαλιά που ήταν κρεμασμένα στους τοίχους και δημιουργούσαν μια ζεστή ατμόσφαιρα. Μα πιο πολύ το σπιτάκι ζεσταινόταν και ομόρφαινε από την παρουσία του γιατρού και της γυναίκας του. Η Φραγκίσκη (αυτό ήταν το όνομά της) ήταν Γερμανίδα και πολύ αφοσιωμένη στον άνδρα της. Είναι τόσο γλυκιά η ανάμνηση του ζεύγους, όταν έβγαιναν τον απογευματινό τους περίπατο!

Όρθιοι από αριστερά: Σάνη Σκορδίλη, άγνωστος, Διον. Μαργέτης, Φραγκίσκη Κασάπη, Ποτίτσα Πετροχείλου, Ιω. Κασιμάτης, Νικ. Κασάπης. Καθήμενοι: π. Σταύρος Χάρος, άγνωστος, Κλειώ Νικηφοράκη, Θεμ. Πετρόχειλος, Κατ. Μαργέτη, ιατρός Δ. Στάης, άγνωστη (Φώτο: Φατσέα 13-5-52)

Advertisement

Παιδιά στη δεκαετία του ΄50 μαζευόμαστε απέξω από το κτίριο της Ε.Τ.Ε. στην πλατεία της Χώρας, που τότε λειτουργούσε ένα υποτυπώδες χειρουργείο και περιμέναμε να μάθομε για την εγχείριση που έκανε ο Κασάπης εκείνη την ώρα. Εκτός των άλλων, περί τις 20 εγχειρίσεις στομάχου έκανε με επιτυχία στα Κύθηρα και ένα ακρωτηριασμό του Σπύρου Μεγαλοκονόμου-Μπουκή από τον Κάλαμο. Εκτός από την ιατρική ο Κασάπης ασχολείτο με τη μουσική, την ποίηση, και το θέατρο. Έπαιζε κιθάρα και παρέδιδε αφιλοκερδώς μαθήματα, απήγγελλε σε χοροεσπερίδες, δημιούργησε θίασο και ανέβαζε έργα, στα οποία πρωταγωνιστούσε ο ίδιος. Από αυτά αναφέρω «τον μπάρμπα Λινάρδο» και «την ιστορία του 4ου μάγου, Αρταμπάν» που μου έκαναν μεγάλη εντύπωση.

Άνθρωπος κοινωνικός, ευχάριστος, πολύ αγαπητός και περιζήτητος στις συντροφιές, με ανθρωπιά και ευαισθησίες, αμέσως ενσωματώθηκε στην Κυθηραϊκή κοινωνία, όπου πρόσφερε απλόχερα την επιστημονική του γνώση και ανέπτυξε αξιοθαύμαστη κοινωνική δραστηριότητα. Εγνώριζε βυζαντινή μουσική και έψαλλε πολλές φορές στο αναλόγιο μαζί με τον αείμνηστο Καλούτση, ο οποίος τον σεβόταν και συνεργαζόταν σε πολλούς τομείς μαζί του.

Ο Νικ. Κασάπης με τη σύζυγό του σε περίπατο στο Καψάλι (Φώτο Φατσέα 8-3-54)

Ο Κασάπης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1873. Γιος ιερέα, σπούδασε στη στρατιωτική ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Κων/πόλεως, την οποία οργάνωσαν Γερμανοί καθηγητές. Κατά την πρακτική του εξάσκηση σε νοσοκομεία της Κων/πόλεως γνώρισε τη Γερμανίδα νοσοκόμα Φραγκίσκη, την οποία νυμφεύθηκε. Κατόπιν μετετέθη στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν αγαπητός σε Έλληνες, Τούρκους και Εβραίους. Σαν Τούρκο υπήκοο κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων, οι Τούρκοι τον κήρυξαν λιποτάκτη και τον καταδίκασαν σε θάνατο.Έτσι δεν μπόρεσε να γυρίσει στη γενέτειρά του, την Κων/πολη και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί συνδέθηκε φιλικά με μια οικογένεια Γερμανών και κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο σε κάποια αεροπορική επιδρομή των Γερμανών, οι Αρχές έκαναν συλλήψεις και μεταξύ των άλλων συνέλαβαν τη Γερμανική οικογένεια με το ζεύγος Κασάπη και τους εξόρισαν στη Χίο, όπου στρατιωτικός διοικητής εκείνη την εποχή ήταν ο Πλαστήρας, ενώ Γενικός Διοικητής των νήσων του Αιγαίου ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου.

Γύρω στα 1917 ο Κασάπης βρέθηκε πολιτικός εξόριστος στην Κρήτη. Εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο και γρήγορα διαδόθηκε η φήμη του. Με τη λήξη του πολέμου πήγε στη Λειψία για μεταπτυχιακές σπουδές και το 1920 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου ανέλαβε τη δ/νση του Δημοτικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Το 1922 λόγω των πολιτικών εξελίξεων εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη και γύρισε στην Κρήτη, όπου έμεινε στο οροπέδιο του Λασηθίου, σε μια καθυστερημένη, δυσπρόσιτη περιοχή με πρωτόγονες συνθήκες, στην εποχή του λαδοφάναρου και του χωμάτινου δαπέδου στα σπίτια. Σ΄ αυτή την κλειστή και απομονωμένη κοινωνία ο Κασάπης επετέλεσε σπουδαίο έργο. Σαν κοινωνικός παράγων προσπάθησε να ανεβάσει το επίπεδο. Εκτός από σπουδαίος γιατρός ήταν για τους χωρικούς και σπουδαίος δάσκαλος και προσπαθούσε να μεταδώσει πρακτικές γνώσεις. Ίδρυσε Οικοκυρική σχολή στην Κρήτη. Ίδρυσε τη «Φιλοδασική Επιτροπή Λασιθίου» τον «Προοδευτικό όμιλο Λασιθίου» το «Γεωργικό πιστωτικό Συνεταιρισμό» Είχε οικολογικές ευαισθησίες και του άρεσε να δημιουργεί χώρους αναψυχής. Σε όλο αυτό το έργο είχε την αμέριστη συμπαράσταση της συζύγου του, η οποία ήταν πολύτιμη βοηθός του όχι μόνο στην ιατρική αλλά και στο κοινωνικό έργο του.

Το 1930 οι συγγενείς του Κασάπη στη Θεσσαλονίκη, φανατικοί Βενιζελικοί, πέτυχαν να επιστρέψει ο γιατρός στη Θεσσαλονίκη, στη θέση του Δ/ντή του Δημοτικού Νοσοκομείου. Το 1933 έθεσε υποψηφιότητα για το αξίωμα του Δημάρχου Θεσσαλονίκης, όμως τούτο προκάλεσε την οξύτατη αντίδραση του πολιτικού του αντιπάλου με αποτέλεσμα να χάσει τη θέση του, να εγκαταλείψει οριστικά τη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κρήτη. Στο σπίτι που αγόρασε στο Ψυχρό δεχόταν Έλληνες και ξένους περιηγητές που έφταναν στην περιοχή, σε μια εποχή που ο τουρισμός ήταν άγνωστος. Αυτή τη φιλοξενία του κοσμοπολίτη γιατρού κάποιοι στενόμυαλοι την εξέλαβαν σαν κατασκοπεία.

Το 1940, με την έναρξη του πολέμου, εκλήθη να αναλάβει τη δ/νση του Δημοτικού Νοσοκομείου Ηρακλείου, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι την απελευθέρωση. Σαν γιατρός λειτουργούσε όπως ο καλός Σαμαρείτης, νοσηλεύοντας και χειρουργώντας Έλληνες και ξένους εχθρούς, τραυματίες πολέμου. Δυστυχώς το κλίμα της εποχής, η γερμανική παιδεία του, η γερμανική καταγωγή της συζύγου του και πιθανότατα η επαγγελματική αντιζηλία συναδέλφων του, όλα αυτά συνέβαλαν ώστε να διατυπωθεί εις βάρος του η ανυπόστατη κατηγορία για συνεργασία με τους Γερμανούς.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα τοπικών εφημερίδων της Κρήτης, ο Κασάπης σαν Έλληνας πατριώτης αισθανόταν οργή και θλίψη για τον κατακτητή, σαν γιατρός όμως αντιμετώπιζε όλους το ίδιο.

Πικραμένος ο Κασάπης εγκατέλειψε το Ηράκλειο και κατέφυγε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1944. Λίγο αργότερα συνελήφθη και μετεφέρθη στην Κρήτη, όπου φυλακίστηκε στις φυλακές Αλικαρνασσού Ηρακλείου και αργότερα στα Χανιά. Το 1947 αποφυλακίστηκε με απαλλακτικό βούλευμα. Μετά την αποφυλάκισή του πήγε στην Κομοτηνή, όπου διορίστηκε δ/ντής στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο Κομοτηνής. Στη θέση αυτή δεν έμεινε πολύ καιρό, διότι λόγω του εμφυλίου το νοσοκομείο είχε μεγάλη κίνηση και πάρα πολλά χειρουργικά περιστατικά, τα οποία λόγω ηλικίας (είχε περάσει τα 70) δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει. Τότε ήρθε σε επαφή με τον παλιό γνώριμο και φίλο του Δημήτριο Ι. Στάη, γιατρό μαιευτήρα, πρόεδρο της Κοινότητας Κυθήρων, ο οποίος τον έφερε στα Κύθηρα. Έτσι το νησί μας πρόσφερε σ΄ αυτό το σπουδαίο επιστήμονα που γνώρισε τα δεινά της προσφυγιάς, της εξορίας, της φυλακής, ένα ήσυχο καταφύγιο εν ουδω γήρατος. Κυνηγημένος από τους Τούρκους για την Ελληνική καταγωγή του έρχεται πρόσφυγας στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσει την κατάρα του διχασμού, να εξορισθεί, να ξαναγίνει πρόσφυγας στην προσφυγιά του, να διωχθεί, να φυλακισθεί με ανυπόστατες κατηγορίες και τέλος να βρει στα Κύθηρα τη γαλήνη, την ηρεμία και την αγάπη.

Αμέσως αποφάσισε να πουλήσει το σπίτι του στην Κρήτη και να μείνει μόνιμα εδώ. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του δημιούργησε δι΄ εξόδων του 3 περίπτερα στις στροφές του Καψαλιού και τους έδωσε τα ονόματα Καλλιθέα, Τερψιθέα και Φραγκίσκη προς τιμήν της γυναίκας του. Εκεί φύτεψε δένδρα, που πήγαινε κάθε μέρα με τα πόδια και τα πότιζε, γέρος πάνω από 80 ετών και δημιούργησε 3 πνεύμονες πρασίνου για την αναψυχή των περαστικών. Το 1965 η Φραγκίσκη πέθανε και ετάφη στο κοιμητήριο της Χώρας. Κάθε απόγευμα ο Κασάπης παρά τα 90 χρόνια του, κατηφόριζε στο κοιμητήριο με ένα λουλούδι στο χέρι για τον τάφο της γυναίκας του.

Το πρώτο περίπτερο από αυτά που έφτιαξε ο Κασάπης, στη στροφή ανάμεσα στο
Γυμνάσιο και στο Δημοτικό Σχολείο στο δρόμο Χώρας Καψαλίου

Το Δεκέμβριο του 1970 ο Κασάπης έσβησε ήσυχα στη Χώρα από εγκεφαλικό επεισόδιο, πλήρης ημερών, σε ηλικία 97 ετών και ετάφη με τη γυναίκα του.

Η λαϊκή μούσα στο πρόσωπο του Σπύρου Μεγαλοκονόμου, που του έσωσε τη ζωή ο Κασάπης, τον εξύμνησε με τους παρακάτω στίχους:

Άλλος αστέρας λαμπερός και νέος Πυθαγόρας

ήρθενε και εστόλισε την κλινική της Χώρας.

Έχει το σώμα του ψυχή που δεν την έχει άλλος

Έλληνας, Αμερικανός, Ιγγλέζος ούτε Γάλλος.

Ως επιστήμων τέλειος, ως άνθρωπος επίσης,

το λες εκ πρώτης όψεως που θα τον αντικρύσεις.

Ειλικρινής, φιλάνθρωπος, φαίνεται από το βλέμμα

ρέει στις αρτηρίες του γνήσιο Ελλήνων αίμα.

Ετίμησε τη νήσο μας και προ παντός τη Χώρα

κρίμά ΄τανε να ρθεί εδώ στη Χώρα μας να μείνει

αλλά στο γιουνιβέρσιτι μαθήματα να δίνει.

Είναι το μάτι του φακός και αστραπή το χέρι

έχει και πάντα βοηθό το λατρευτό του ταίρι.

Άλλην επίγεια θεά άλλη ψυχή αγία

που δεν υπάρχει πουθενά σε άλλα χειρουργεία.

Δεν το πιστεύετε ποτέ κανείς αν δεν ιδείτε

πώς φέρεται στους ασθενείς και τους περιποιείται.

Ως νήπια τους παιδαγωγεί και σαν καλή μητέρα

κι είναι αγνή η ψυχούλα της θα αγιάσει κάποια μέρα…

 

ΠΗΓΕΣ: I. Kαραβαλάκη: Νικόλαος Θ. Κασάπης, ιατρός, (1873-1970)

Αρχείο Σταύρου ιερέως Χάρου

 

Δημοσιεύθηκε στο φ. 233 Φεβρουάριος 2009 της έντυπης έκδοσης.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο