Advertisement

Ο  ναός του Αγίου Δημητρίου στο Πούρκο, το συγκρότημα των τεσσάρων ναών και ο οικισμός Πούρκο

Του Ε.Π.ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ

2.771

Με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Δημητρίου σημειώνουμε ότι στα Κύθηρα υπάρχουν πολλοί ναοί αφιερωμένοι στον Άγιο Δημήτριο, μάλιστα τρεις από αυτούς είναι από τους πλέον ενδιαφέροντες από μνημειακή άποψη στα Κύθηρα. Ο ένας είναι στο Πούρκο και σε αυτόν είναι αφιερωμένο το σημερινό μας σημείωμα. Οι άλλοι δύο, ο Άγιος Δημήτριος στα Καμπιάνικα (κοντά στον Άγιο Ηλία) και φυσικά, ο ημικατεστραμμένος στην Παλιόχωρα, που έδωσε και το όνομά του στη Βυζαντινή πρωτεύουσα των Κυθήρων, θα εξετασθούν αργότερα σε χωριστά σημειώματα. Επί τη ευκαιρία αυτή, μετά μία σύντομη αναφορά στον ναό του Πούρκου, θα παραθέσουμε και το σχετικό λήμμα για τον ενδιαφέροντα αυτόν οικισμό από το βιβλίο μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ. Τα περισσότερα στοιχεία για το ναό του Αγίου Δημητρίου και τους άλλους τρεις ναούς στο ίδιο συγκρότημα, τα έχουμε αντλήσει από το εξαίρετο βιβλίο της Ακαδημίας Αθηνών, ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΥΘΗΡΩΝ των Μανώλη Χατζηδάκη και Ιωάννας Μπίθα.

Η ιδιαιτερότητα του ναού του Αγίου Δημητρίου στο Πούρκο έγκειται στην ιδιομορφία του ότι πρόκειται ουσιαστικά για συγκρότημα τεσσάρων ναών με κοινή είσοδο. Το ερώτημα, το οποίο σίγουρα θα έχει τεθεί από τους ειδικούς, αλλά δεν έχει απαντηθεί ακόμη, είναι γιατί αυτό το συγκρότημα των τεσσάρων ναών στο σημείο αυτό, όταν οι οικισμοί στο Πούρκο δεν αναφέρονται στις πηγές να έχουν μεγάλο αριθμό κατοίκων, ενώ οι παλαιότερες σιωπούν εντελώς γι’ αυτούς; Το πιθανότερο είναι ότι ο οικισμός αυτός καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε σε κάποια ιστορική στιγμή για την οποία δεν έχουμε πληροφορίες και για το λόγο αυτόν δεν αναφέρεται στις παλαιότερες πηγές. Μία αναφορά, η οποία πάντως δεν έχει επιβεβαιωθεί από άλλες πηγές, για κατοίκηση εκεί της οικογενείας Βαρυπάτη και καταστροφή του οικισμού από επιδρομή πειρατών, κάτι όχι ασυνήθιστο για την εποχή, κατά το 15ο αι., δίνει μία απάντηση πρέπει όμως να επιβεβαιωθεί και από άλλα στοιχεία, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν έχουμε. Αν προχωρήσουμε σε κάποια, αναγκαστικά αυθαίρετα, συμπεράσματα, παρατηρούμε ότι ο κύριος ναός, που είναι και ο παλαιότερος και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο, έχει κτισθεί κατά το 13ο αι. σύμφωνα και με την αφιερωματική επιγραφή που έχει βρεθεί, αλλά και με την αναφορά σε τοιχογραφίες ότι αυτές έγιναν από τον εκ Μονεμβασίας αρχιδιάκονο Δημήτριο, ο οποίος έδρασε στα τέλη του 13ου αι κατά την εποχή της πρόσκαιρης ανασύνταξης του Βυζαντινού κράτους. Η επιγραφή που βρέθηκε αναφέρει για αφιερωτή έναν Νικόλαο Κοντογόνατο κατά το έτος 1287 ή το 1302, σύμφωνα με άλλη ερμηνεία της αναφοράς στη ΙΕ’ ινδικτιώνα.

Advertisement

Τελευταίος χρονικά κτίστηκε ο ναός στα ΒΔ του συγκροτήματος, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Αρχάγγελο Μιχαήλ ή στον Άγιο Βασίλειο, ενώ ενδιάμεσα χρονικά έχουμε το ναό του Αγίου Νικολάου και έναν ακόμη, πιθανότατα αφιερωμένο στην Παναγία. Το φαινόμενο της ανέγερσης τεσσάρων ναών με κοινή είσοδο που να αποτελούν ένα συγκρότημα είναι εντελώς ασυνήθιστο στον Ελλαδικό χώρο και αναφέρεται άλλη μία περίπτωση, στη Νάξο. Κι εδώ επανέρχεται το ερώτημα, τι οικονομική δύναμη είχαν οι κάτοικοι ενός μικρού οικισμού για να προβούν,  στη διάρκεια πενήντα-εκατό έστω ετών, στην ανέγερση τεσσάρων ναών στο ίδιο σημείο και μάλιστα να αναθέσουν την αγιογράφηση σε έναν διαπρεπή, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, αγιογράφο, ο οποίος φαίνεται να αγιογραφεί σίγουρα τον Άγιο Δημήτριο, μέρος του Αγίου Νικολάου ίσως δε και τους άλλους ναούς; Αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν προς το παρόν να απαντηθούν παρά μόνον από την αρχαιολογική και την ιστορική έρευνα, όποτε προκύψουν κάποια νέα στοιχεία.

Η σταύρωση, στο ναό του Αγίου Δημητρίου. (Από το Ευρετήριο Βυζαντινών τοιχογραφιών του Κέντρου Έρευνας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης, της Ακαδημίας Αθηνών)
Η αψίδα και το μέτωπο της αψίδας από το ναό του Αγίου Νικολάου. (Από το Ευρετήριο Βυζαντινών τοιχογραφιών του Κέντρου Έρευνας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης, της Ακαδημίας Αθηνών)
Οι δύο αψίδες και το μέτωπο των αψίδων από το ναό του Αγίου Δημητρίου. (Από το Ευρετήριο Βυζαντινών τοιχογραφιών του Κέντρου Έρευνας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης, της Ακαδημίας Αθηνών)

Πούρκο

Ένας από τους οικισμούς με τα περισσότερα προβλήματα στην έρευνα, αφού ούτε η ίδρυσή του είναι γνωστή, ούτε η ετυμολογία της ονομασίας του. Κατ’ αρχάς να αναφέρουμε ότι στην περιοχή έχουν επισημανθεί επιφανειακά κατάλοιπα από τη μυκηναϊκή εποχή[1], δεν έχει γίνει όμως συστηματική αρχαιολογική έρευνα. Το δεύτερο και πλέον ενδιαφέρον στοιχείο της ιστορίας του οικισμού είναι ο μεσαιωνικός ναός του Αγίου Δημητρίου, ο οποίος αποτελεί ουσιαστικά συγκρότημα τεσσάρων ναών. Του Αγίου Δημητρίου, της Παναγίας, του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Βασιλείου ή του Αρχιστρατήγου. Η χρονολόγηση των ναών τοποθετείται στον 13ο αι., ενώ η σωζομένη κτητορική επιγραφή πιθανολογείται στο τέλος του 13ου ή τις αρχές του 14ου αι.

Η ύπαρξη τόσο μεγάλου συγκροτήματος ναών[2] με τόσο ενδιαφέρουσα αγιογράφηση οδηγεί ασφαλώς στο συμπέρασμα ότι την εποχή της κατασκευής του η περιοχή αυτή κατοικείται συστηματικά άλλως δεν θα είχε νόημα η κατασκευή τέτοιου κτηριακού συγκροτήματος, το οποίο από την χρονολόγησή του φαίνεται να κατασκευάζεται μετά την προσωρινή εκδίωξη των Βενιέρων και την εκ νέου υπαγωγή των Κυθήρων κάτω από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως, οπότε τα Κύθηρα συνδέθηκαν στενά με τη Μονεμβασία, κάτω από τη μητρόπολη της οποίας υπήχθη τότε και η επισκοπή των Κυθήρων[3].

Παρά την παραπάνω διαπίστωση κανένα στοιχείο στις πηγές δεν έχει ανιχνευθεί που να αναφέρεται στον συγκεκριμένο οικισμό, η ύπαρξη του οποίου κατά τον 13ο αι. πρέπει να θεωρείται βέβαιη, όπως και πολλών άλλων οικισμών στα Κύθηρα, η τεκμηρίωση της ύπαρξης των οποίων στις πηγές ήρθε μόλις πρόσφατα (Δρυμώνας, Κεραμουτό, Καλύβια κ.ά.). Στα χρόνια που ακολουθούν έχουμε αναφορές στις πηγές για το Πούρκο από τα μέσα του 16ου αι.[4], πλην όμως δεν προκύπτει σαφώς από αυτές αν η περιοχή τότε κατοικείται, όπως είναι και το πιθανότερο. Σύμφωνα με παράδοση καταγραφείσα από την οικογένεια Βαρυπάτη, η οποία είναι βυζαντινής καταγωγής και ίσως αυτό να επιβεβαιώνει και τη Βυζαντινή προέλευση του οικισμού, αυτός ήταν σε ακμή κατά τον 15ο αι., όταν καταστράφηκε μετά την εξόντωση όλων των κατοίκων από επιδρομή πειρατών.

Η παράδοση αυτή δεν επιβεβαιώνεται από κάποια γραπτή πηγή, ούτε, όσον αφορά το χρόνο, ούτε για τα λοιπά περιστατικά που περιγράφονται, έχει όμως αξία, καθώς αναφέρεται στις οικογενειακές παραδόσεις της οικογενείας Βαρυπάτη, για την οποία υποστηρίζεται ότι κατάγεται από τους μόνους διασωθέντες από την επιδρομή αυτή[5]. Επιπλέον υπάρχει και άλλη αναφορά για ερήμωση του οικισμού γύρω στο 1600 από πειρατικές επιδρομές και επανακατοίκησή του αργότερα, ενώ ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του φόβου του τοπικού πληθυσμού από τις επιδρομές είναι η σωζόμενη κρύπτη-καταφύγιο στο ναό της Παναγίας Α του οικισμού, που ονομάζεται και σήμερα Καταφυγάδι. Πρέπει να αναφερθεί και ένα ακόμα στοιχείο σχετικό με τη βυζαντινή ιστορία του οικισμού και της γύρω περιοχής. Αναφέρεται από την παράδοση και μερικά ερείπια φαίνεται να την επιβεβαιώνουν παρά την περιορισμένη έρευνα, ότι, στη γειτονική περιοχή με την ονομασία Καστροβούνι ΝΑ του ορεινού όγκου της Αγίας Ελέσας απέναντι από το Στραπόδι και πολύ κοντά στη μονή της Παναγίας Κακημέλισσας ήταν ο χώρος, ο οποίος είχε επιλεγεί αρχικά για την ανέγερση κατά τις αρχές του 13ου αι. του φρουρίου των Κυθήρων, το οποίο κτίστηκε τελικά στο Καψάλι πιθανόν γύρω στο 1238[6].

Στα πλέον πρόσφατα χρόνια έχουμε τη βεβαιότητα για την κατοίκηση στην περιοχή από τις αρχές του 18ου αι., μάλλον δε και ενωρίτερα, καθώς ο οικισμός Πούρκο αναφέρεται στην Οθωμανική απογραφή του 1715[7], ενώ εμφανίζεται ως ενορία αδιάλειπτα ολόκληρο τον 18ο αι.[8]. Κατά την εποχή αυτή φαίνεται να διαμορφώνεται και η σημερινή κατάτμηση του οικισμού στους μικρότερους οικισμούς-σπιτότοπους: Κλαράδικα (από το παρωνύμιο Κλάρος, κλάδου της οικογενείας Βαρυπάτη αρχικά και Φατσέα αργότερα), Γερακιάνικα (από το παρωνύμιο Γεράκης, κλάδου της οικογένειας Κασιμάτη) και Κομηνιάνικα (από το επώνυμο Κομηνός, οικογένειας που κατάγεται από τα Ντουριάνικα, τότε Κομηνιάνικα και η οποία εγκαταστάθηκε στην περιοχή περί τα τέλη του 17ου-αρχές 18ου αι. και όχι αργότερα, όπως υποθέτει ο Ι. Π. Κασιμάτης)[9].

Οι δυσκολίες όσον αφορά την ιστορία του οικισμού συνεχίζονται και στην αναζήτηση της ετυμολογίας της ονομασίας του. Η λ. Πούρκο δεν είναι γνωστή και δεν αναφέρεται σε καμία γνωστή πηγή κατά τα βυζαντινά χρόνια, ούτε μπορεί να συσχετισθεί με κάποια πιθανή παραφθορά. Μένει να εξετασθεί η πρόταση της προέλευσης από το Βούργον (Borgo), όπως και ο οικισμός κάτω από το Κάστρο στη Χώρα. Εκεί ονομάζεται Μέσα Βούργο και υποθέτουν μερικοί ότι αυτό γίνεται σε αντιπαραβολή με κάποιο άλλο, Έξω Βούργο, εν προκειμένω το Πούρκο[10].

Η προσέγγιση φαίνεται εκ πρώτης όψεως λογική, πάσχει όμως αν θεωρήσουμε και την ονομασία παλιά, όπως είναι και ο ναός του Αγίου Δημητρίου. Αν εδώ είχαμε αλλαγή ονομασίας, όπως σε πολλές άλλες περιοχές, θα είχε χαθεί η ονομασία Πούρκο, η οποία όμως παρέμεινε και έτσι πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτή είναι η παλαιά ονομασία του οικισμού. Πώς λοιπόν δικαιολογείται ξενική ονομασία σε μία εποχή που κυριαρχούσε το βυζαντινό στοιχείο στα Κύθηρα, τα οποία δεν είχαν ζήσει προηγουμένως καμία ξενική κυριαρχία, που θα δικαιολογούσε ένα ανάλογο όνομα σε οικισμό τους; Είναι διαπιστωμένο ότι όλοι οι οικισμοί της εποχής ανάμεσα στον 12ο και 14ο αι., τότε δηλαδή που υποθέτουμε την ίδρυση του Πούρκου και την ανέγερση του Αγίου Δημητρίου, είχαν Βυζαντινές ονομασίες (Κολοκυθιά, Μητάτα, Ποταμός, Αρκάριο, Δρυμώνας, Κεραμουτό, Γωνία), δεν διαπιστώνεται δε καμία ξενική την εποχή αυτή. Μεσολάβησε, βέβαια, η ολιγόχρονη κατοχή των Βενιέρ (αρχές 13ου αι. μέχρι το 1275) ήταν όμως πολύ μικρή η περίοδος αυτή, ώστε να δημιούργησε μία ξενική ονομασία, χωρίς όμως αυτό να μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς. Έτσι και αυτό το θέμα μένει προς περαιτέρω διερεύνηση.

Στο βουνό πάνω από το Πούρκο και ΝΔ είναι χτισμένη η Μονή της Αγίας Ελέσας, τοπικής αγίας στα Κύθηρα, η οποία πιστεύεται ότι άθλησε στο συγκεκριμένο τόπο στα μέσα του 4ου αι. Δεν υπάρχουν στοιχεία για το χρόνο της αρχικής ανέγερσης μονής στο χώρο αυτόν, τα δεν κτίσματα που αποτελούν σήμερα τη μονή είναι μεταγενέστερα, με το ναό να έχει ανεγερθεί σε θέση άλλου παλαιοτέρου, δεν αναφέρονται όμως ιστορικές πληροφορίες για το θέμα αυτό στις παλαιότερες κυθηραϊκές πηγές εκτός της αναφοράς ότι η Αγία Τράπεζα του νέου ναού, που κατασκευάζεται στον 19ο αι., τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο της αγίας.

Να αναφέρουμε, τέλος, ότι από το Πούρκο διερχόταν ένας παλαιότατος δρόμος, ο οποίος ξεκινούσε Ν των Μυρτιδίων και διερχόμενος από Καλαμαύρο, Ξερουλάκι και Δρυμώνα έφθανε στο Πούρκο, από εκεί κατευθυνόταν ΝΑ προς τη Χώρα, στη θέση δε Πορτέλα συναντούσε τον ήδη γνωστό και σήμερα κεντρικό δρόμο προς την πρωτεύουσα. Μέρος του δρόμου αυτού είχε επιχειρηθεί να χρησιμοποιηθεί ως αμαξητός και στα πρόσφατα χρόνια, ενώ αναφέρεται ότι τη διαδρομή αυτή χρησιμοποίησαν σε κάποιες περιπτώσεις για τη μεταφορά της εικόνας της Μυρτιδιωτίσσης από τα Μυρτίδια στη Χώρα κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας[11].

 

[1] Ι. Πετρόχειλος, Τα Κύθηρα…, σ. 88.
[2] Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο…, σσ. 162-183.
[3] Χρ. Μαλτέζου, Τα Κύθηρα…, σ. 19
[4] Εμμ. Δρακάκης, Εμμ. Κασιμάτης νοτάριος…, σσ. 278 και 317.
[5] Δαν. Βαρυπάτη, «Χρονικά», εις Κυθηραϊκά Τετράδια, σσ. 11 και 34.
[6] Ι. Π., Από την παλαιά…, σ. 70.
[7] Ευ. Μπαλτά, Η οθωμανική…, σσ. 96 και 197 (εδώ γίνεται σύγχυση με την Καστροπολιτεία του Αγίου Δημητρίου, τη σημερινή Παλιόχωρα, που δεν έχει βέβαια καμία σχέση με το Πούρκο)
[8] Χρ. Μαλτέζου, Βενετική παρουσία…, σ. Θ 164.
[9] Ι. Π. Κασιμάτης, Από την παλαιά…, σ. 308.
[10] Ό.π., σ. 308.
[11] Προφορική μαρτυρία, η οποία δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο