Advertisement

Κωνσταντίνος Σκέκος. Το τυχοδιωκτικό δαιμόνιο ενός Κυθήριου το 19ο αι.

Γράφει η ΕΛΕΝΗ ΧΑΡΟΥ

777

Ο Κωνσταντίνος Σκέκος γεννήθηκε στα Κύθηρα το 1856 και σε μικρή ηλικία πήγε στη Ρουμανία με τον πατέρα του. Στα 21 του ήρθε στην Ελλάδα να υπηρετήσει στο στρατό. Όταν αφυπηρέτησε, έφυγε πάλι, γύρισε όλη την Ευρώπη και κατέληξε στην Αμερική, στον Παναμά, όπου εργάστηκε στα έργα της διώρυγας περί το 1881. Μετά πήγε στα χρυσωρυχεία της Κεντρικής Αμερικής, όπου συνέλεξε χρυσό αξίας 20.000 ταλήρων.

Πλούσιος πια ξεκίνησε με άλλους 2 Αμερικανούς για τη Νέα Υόρκη. Καθ’ οδόν οι δύο συνοδοί του αποπειραθήκανε να τον δολοφονήσουν και να του πάρουν το χρυσάφι. Ο Σκέκος αντιστάθηκε, τους κυνήγησε κι αυτοί χάθηκαν στο δάσος. Ο Σκέκος κατηγορήθηκε ότι τους δολοφόνησε, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 8 ετών. Στα δύο χρόνια αποφυλακίστηκε, διότι αποδείχτηκε η αθωότητά του, η κυβέρνηση τον αποζημίωσε γενναία και του απένειμε το βαθμό του Συνταγματάρχη Πυροβολικού.

Advertisement

Μετά από λίγο καιρό ξέσπασε κρίση στη χώρα και ο λαός επαναστάτησε κατά της κυβερνήσεως. Τότε ο Σκέκος διέπρεψε στο στρατό, αλλά οι κυβερνητικοί ηττήθηκαν κι αυτός κατεστραμμένος και πληγωμένος έφυγε από εκεί και πήγε στη Δημοκρατία του Ισημερινού. Από εκεί πήγε στο Περού και από εκεί ξανά στον Παναμά. Μέχρι το 1893.

Κατόπιν πήγε στο Σαν Σαλβαδόρ, όπου άνοιξε ξενοδοχείο. Όμως ξέσπασε νέα επανάσταση και τον διορίζουν πλοίαρχο του θωρηκτού της Δημοκρατίας. Τότε προσκάλεσε τα δύο του αδέλφια από την Ελλάδα, το Γεώργιο και Διονύσιο, στους οποίους ανέθεσε το ξενοδοχείο. Το 1896 εστάλη από την κυβέρνηση του Σαν Σαλβαδόρ να βοηθήσει μια γειτονική δημοκρατία. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Σκέκος συνεταιρίστηκε με 2 Αμερικανούς, αγόρασε το πολεμικό, στο οποίο ήταν κυβερνήτης και το μετέτρεψε σε εμπορικό. Μετά από λίγο καιρό το αγόρασε ολόκληρο, αφού πλήρωσε τα μερίδια των 2 άλλων συνεταίρων. Ο Σκέκος έγινε δημοφιλής και η κυβέρνηση του Σαν Σαλβαδόρ φοβούμενη μήπως αποκτήσει δύναμη και μια μέρα τεθεί επικεφαλής  επαναστάσεως, άρχισε να τον ενοχλεί, μέχρι που στο τέλος του κατάσχεσε το πλοίο και την περιουσία του. Τότε ο Σκέκος, ζήτησε προστασία από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας. Η κυβέρνηση του Σαν Σαλβαδόρ του επέβαλε να αναχωρήσει με τα αδέλφια του σε 24 ώρες και επειδή παρακούσανε, τους καταδικάσανε σε θάνατο ως αποστάτες. Τα 3 αδέλφια γλύτωσαν και κατέφυγαν στη Γαλλική Πρεσβεία, όπου ετέθησαν υπό την προστασία της. Τελικά έλαβαν αμνηστία και ζητούσαν από την κυβέρνηση του Σαν Σαλβαδόρ αποζημίωση 50.000 λίρες. Μέχρι στο Βασιλιά Γεώργιο τον Α’ έκανε αναφορά για να μεσολαβήσει να πάρει αυτή την αποζημίωση.


  • ΠΗΓΗ: Εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, 11 Δεκεμβρίου 1902

ΣΗΜΕΙΩΣΗ «Κ»: Το επώνυμο Σκέκος έχει χαθεί από τα Κύθηρα σήμερα, αναφέρεται όμως στην Κυθηραϊκή Διασπορά. Αρχικά ήταν παρωνύμιο ενός κλάδου των Κορωναίων από τον Ποταμό, ο οποίος κατέληξε στον Καραβά, η πλειονότητα των επωνύμων του οποίου ήταν αρχικά παρωνύμια επίσης του Κορωναίος. Δυστυχώς το δημοσίευμα στην ΑΚΡΟΠΟΛΗ δεν αναφέρεται στην κατάληξη της ιστορίας αυτού του μεγάλου Κυθήριου τυχοδιώκτη.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ Φ. ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2022 ΤΗΣ ΕΝΤΥΠΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ»

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο